Ο Ιωάννης Κόντος γεννήθηκε στη Βρίσα το 1857 από εύπορη αγροτική οικογένεια και όταν τελείωσε το Γυμνάσιο της Μυτιλήνης γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας στο τμήμα της Φιλολογίας. Αναγκάστηκε να μην ολοκληρώσει τις σπουδές του γιατί και ο μικρότερος αδελφός του γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο για να γίνει γιατρός. Εύπορη η οικογένεια αλλά δεν άντεχε τις σπουδές δυο παιδιών και έτσι ο Ιωάννης αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω για να εργαστεί. Και πράγματι προσλήφθηκε, ως δάσκαλος, στο σχολαρχείο της Καλλονής από τον Οκτώβριο του 1879 ως τον Ιούνιο του επόμενου έτους .
Εκεί στην Καλλονή παντρεύτηκε την Μαριάνθη Παυλίδου, δασκάλα κι αυτή, από την Ερεσό, κόρη γιατρού και αδελφή του γερμανοσπουδαγμένου φιλόλογου Ιωακείμ Παυλίδη, ο οποίος έχοντας μια αντιπάθεια προς τους κληρικούς χαρακτηρίζονταν (και από τον ίδιο του τον ανιψιό, Τάκη) ως «λουθροκαλβίνος» . Νέος και μορφωμένοςο Ιωάννης ασχολήθηκε με ζήλο με τα κοινά.
Την εποχή εκείνη στην Καλλονή φούντωνε το πρόβλημα με το μοναστήρι του αγίου Ιγνατίου, το γνωστό και ως Μονή Λειμώνος. Το μοναστήρι αυτό είχε πολύ μεγάλη περιουσία και έσοδα και οι καλόγεροι του ζούσαν με έναν ιδιόρρυθμο τρόπο, μπαίνοντας και βγαίνοντας χωρίς περιορισμούς, και –κατά την επικρατούσα αντίληψη- σπαταλώντας τα έσοδα της Μονής είχαν έρθει σε σύγκρουση με την Μητρόπολη και τους λαϊκούς. Ήδη από το 1866 υπήρχε ένταση στις σχέσεις της επαρχίας (δημογέροντες) και μητροπολίτη απ’ τη μια και των μοναχών απ’ την άλλη.
Ο Πατριάρχης (η Μονή χαρακτηρίζονταν Σταυροπηγιακή και ανήκε απευθείας στο Πατριαρχείο) επέβαλε κάποιες αλλαγές στη λειτουργία του μοναστηριού με αποτέλεσμα οι περισσότεροι μοναχοί να το εγκαταλείψουν.
Ο συγγραφέας του βιβλίου «το πολύκροτο μοναστηριακό ζήτημα Μηθύμνης 1866-1888», Δημήτριος Χατζηλίας ξεψάχνισε στην κυριολεξία τα αρχεία της μονής και παρουσιάζει την κατάσταση που επικρατούσε και τις ενέργειες που γίνονταν μέσα από εκατοντάδες επιστολές ένθεν κακείθεν προσώπων και φορέων.
Ο Ιωάννης αρχικά ήταν με το μέρος του Μητροπολίτη και της επαρχίας ενάντια στους μοναχούς, συμμετείχε ως εκπρόσωπος της Καλλονής στην επαρχιακή συνέλευση που συνεκλήθη και εξελέγη (το Νοέμβριο του 1881) μέλος της Εφορευτικής των Σχολείων Επιτροπής που συνέστησε η επαρχιακή συνέλευση. Στις αρχές του 1882 ο Ιωάννης τροποποιεί αυθαίρετα μια αναφορά της εφορευτικής επιτροπής και στη συνέχεια με μια «διατριβή» που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Νεολόγος» καταφέρεται κατά της Επιτροπής και αλλάζει τοποθέτηση και διαγράφεται από την ΕΣΕ τον Αύγουστο του 1882. Είναι η περίοδος που ηγούμενος στο μοναστήρι ορίζεται ο Πολιχνιάτης Γεδεών και μοναχοί και επαρχία εναντιώνονται στην Εκκλησία, στον Μητροπολίτη και τον Πατριάρχη. Πάντα η αιτία ήταν η διαχείριση των πλούσιων εισοδημάτων της Μονής.
Συνέρχεται τότε μια «παράνομη» συνέλευση (κληρικολαϊκή) αντιπροσώπων από τα περισσότερα χωριά της επαρχίας Μηθύμνης και των μοναχών στην οποία συμμετέχει ο Ιωάννης, ως πληρεξούσιος της Καλλονής, και εκλέγεται αντιπρόεδρος της. Η συνέλευση αυτή έχει στόχο να διασφαλίσει τα δικαιώματα των μοναχών και της επαρχίας από τις προσόδους της Μονής (εις βάρος αυτών που διεκδικεί η Εκκλησία) και να χτίσει την «Λειμωνιάτιδα επαρχιακή σχολή». Ο Ιωάννης μάλιστα προτείνει (και γίνεται αποδεκτό) να συσταθεί Εφορευτική Επαρχιακή Επιτροπή για την υλοποίηση του έργου της σχολής. Η σχολή θεμελιώνεται και προχωρά.
Στο μεταξύ γίνεται ο χαμός στις σχέσεις Εκκλησίας και Επαρχίας. Φτάνουν στο σημείο να εμποδίζουν να λειτουργήσει σε κάποιες εκκλησίες ο Μητροπολίτης, να εκδίδονται άδειες γάμων αγνοώντας τον Μητροπολίτη που είχε την αρμοδιότητα και να υπάρχει μεγάλη ένταση και πλήρης ανυπακοή στα κελεύσματα του Πατριάρχη και του Μητροπολίτη. Στη συμπεριφορά τους αυτή είχαν και την αθόρυβη υποστήριξη του τούρκου διοικητή της Επαρχίας. Ο Ιωάννης πρότεινε το κείμενο που χαράχτηκε στο θεμέλιο λίθο της Σχολής, και υπόγραψε την πρόταση για κατάργηση του Μητροπολιτικού Συμβουλίου (Δικαστηρίου). Μίλησε στη Μητρόπολη Καλλονής, στη δοξολογία που έγινε με τη θεμελίωση της Λειμωνιάτιδος σχολής σημειώνοντας ότι κατατέθηκαν τα θεμέλια της ηθικής και πνευματικής παλιγγενεσίας της Μηθύμνης.
Τελικά το Πατριαρχείο τον Δεκέμβριο του 1882, αφού είδε και αποείδε ότι δεν μπορούσε να καθησυχάσει αλλιώς τα πράγματα και να υποτάξει τους «παράνομους» καθαιρεί τον ηγούμενο και στη συνέχεια εξεκκλησιάζει (αφορίζει) τους τρεις πρωτεργάτες της εναντίον του κίνησης τον πρόεδρο της «κληρικολαϊκής συνέλευσης» Ζαφειράκη Υπανδρεμένο, τον αντιπρόεδρο της Ιωάννη Κόντο και τον δικηγόρο και φανατικό υπερασπιστή των θέσεων των «παρανόμων», όπως χαρακτηρίζονταν οι πολέμιοι της Εκκλησίας, Μιλτιάδη Νικόπουλο.
Ο Ιωάννης τις πρώτες μέρες του 1883, μετά τον αφορισμό του με μια «διατριβή» του στον «Νεολόγο» υποστηρίζει και δικαιολογεί τις πράξεις της «κληρικολαϊκής» συνέλευσης και ξεσηκώνει το μένος της αντίπαλης πλευράς. Τότε ο Ιωάννης υπηρετούσε ως φιλόλογος στο Γυμνάσιο της Μυτιλήνης.
Ο Ιωάννης μετά το πέρας της παράνομης συνέλευσης, ήταν μετρημένος και συγκρατημένος στα όσα συνέβαιναν κατά της Εκκλησίας, δεν ακούστηκε πουθενά και μετά το 1883 χάθηκε και σώπασε. Τον Μάιο του 1883 ο Μητροπολίτης Μυτιλήνης αναφέρει σε επιστολή του ότι στη γιορτή του αγίου Θεράποντα, όποτε γίνονταν και η λογοδοσία του Νοσοκομείου και των Σχολείων «ο κ. Κόντος ου μόνον παρέστη εν τη εκκλησία αλλά παρεκάθισε μετά των λοιπών καθηγητών εν τη συνελεύσει ανερυθριάστως». Ήταν ο πρώτος απ’ τους τρεις αφορισμένους λαϊκούς που ζήτησε συγχώρηση και αναιρέθηκε ο αφορισμός του με την 3120/1885 πατριαρχική και συνοδική επιστολή.
Σύμφωνα με το γιο του Τάκη, επειδή απολύθηκε από το Γυμνάσιο Μυτιλήνης, έφυγε στο Αϊβαλί απέναντι, όπου στο εκεί Γυμνάσιο ήταν διευθυντής ο κουνιάδος του Ιωακείμ Παυλίδης και δίδαξε για 15 χρόνια. Στη συνέχεια επέστρεψε στη Μυτιλήνη, στο Παρθεναγωγείο. Πέθανε στην κατοχή το 1942.
Πηγές:
- Το παραπάνω αναφερόμενο βιβλίο του Δημήτρη Χατζηλία (σελ. 315, έκδοση 2021, Μυτιλήνη)
- Ο πατέρας Ιωάννης Κ. Κόντος. Ο αφορισμένος δάσκαλος της Λέσβου. Του Τάκη Κόντου Αθήνα 1980
Και άλλες πληροφορίες για τον Ιωάννη Κόντο μπορείτε να δείτε εδώ
τα παραπάνω γεγονότα έχουν καμιά σχέση με τα περιγραφόμενα στο βιβλίο του Παπούτσα ¨η εξανάστασης των φλαβοβίων¨?
Σύμφωνα και με όσα σαφώς αναφέρει ο κ. Χατζηλίας στο βιβλίο του τα γεγονότα στις δυο περιοχές δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους εκτός απ’ τη σχετική χρονική σύμπτωση. Στην Καλλονή το διακύβευμα των προβλημάτων ήταν η διανομή των προσόδων της Μονής. Υπήρχε μέτωπο εναντίον της Εκκλησίας από μεγάλη μερίδα των λαϊκών (δημογερόντων και λαού) και μοναχών ενώ με την πλευρά της Εκκλησίας ήταν μερίδα αρχόντων και λαού ολόκληρης της επαρχίας Μηθύμνης.
Στο χωριό μας η αιτία της σύγκρουσης ήταν οι οικονομικές ατασθαλίες κάποιων τουλάχιστον δημογερόντων.Το γεγονός ότι και στις δυο περιπτώσεις αυτοί που “επαναστάτησαν” αναφέρονται στο καλό των σχολείων πρέπει να θεωρηθεί ότι αυτή ήταν μια πρόφαση που συγκινούσε πολλούς και δέσμευε όσους ανέλαβαν να “διαιτητεύσουν”.