Δεν το λέμε εμείς και δεν κάναμε την αξιολόγηση εμείς. Το γράφει στην γνωστή ιστοσελίδα in.gr ο Θανάσης Νιάρχος, σημαντικός άνθρωπος στο χώρο των γραμμάτων.*
Γράφει μεταξύ άλλων:
Τι περίεργο αλλά και πόσο ανακουφιστικό, να έχεις περιηγηθεί σε ξακουστές κοσμοβριθείς πρωτεύουσες, σε ονομαστούς αρχαιολογικούς χώρους και σε μουσεία και το μυαλό σου να μένει σταθερά προσηλωμένο σε μια εδαφική γωνιά, γωνίτσα θα τη λέγαμε καλύτερα πλαισιωμένη από ένα βουναλάκι με ελέγξιμες με μια μόνο ματιά τις διαστάσεις του και μια επίσης ελέγξιμη – σαν να πρόκειται για λίμνη – όσον αφορά την έκτασή της θάλασσα.
Μια «γωνίτσα» που όσο και αν κινδυνεύει η ζούγκλα του Αμαζονίου ή η πολιτεία της Καλιφόρνιας με την πυρκαγιά που την αφανίζει τις μέρες αυτές, την αισθάνεσαι να μένει άθικτη από κάθε μορφής απειλή.
Ισως γιατί όσοι θα τη διεκδικούσαν ως «περιουσία» τους μέσα στον κόσμο δεν είναι μόνο απειροελάχιστοι, έως ανύπαρκτοι, αλλά επιπλέον έχουν συνάψει μια σχέση μαζί της που με το να την έχει μεταβάλει σε όραμα δεν έχουν πλέον καμιά διάθεση να της απομυζήσουν οτιδήποτε άλλο. Αισθάνονται να ταυτίζονται με τόσο απόλυτο τρόπο μαζί της ώστε κάθε πρόσθετη φιλοδοξία να τη μεταβάλουν σε ιδιοκτησία τους θα ήταν σαν να την αμφισβητούσαν στην ονειρική της διάσταση.
Επιπλέον δεν αποκλείεται να αισθάνονται το γεγονός ότι τη σημασία της την αποκτά χάρις στην αδυναμία τους να της αναγνωρίσουν στοιχεία που περιγράφοντάς τα θα την έκαναν αναγνωρίσιμη για τον καθένα. Ενώ αίφνης στο Μόντε Κάρλο μπορεί περιγράφοντάς το να δώσεις ακόμη και σε εκείνον που δεν το έχει επισκεφτεί να καταλάβει περί τίνος πρόκειται, για τα Βατερά στη Μυτιλήνη θα έπρεπε να εξηγήσεις για ποιον λόγο έχουν υπάρξει και εξακολουθούν να παραμένουν για σένα πολύτιμα – πράγμα που δεν είναι τόσο εύκολο να το κάνεις.
Ακούγεται τόσο αόριστο ότι κάποια στιγμή τα αισθάνθηκες να εγκολπώνονται τη στεναχώρια σου ή τη μελαγχολία σου ή ακόμη και την απελπισία σου με τόση τρυφερότητα και συμπάθεια ώστε θα αισθανόσουν το λιγότερο αγνώμων να μην ένιωθες να εγκαθίσταται μια σχέση ανάμεσά σας, όπως δεν θα μπορούσε να συμβεί με το γραφείο σου, τη γειτονιά σου, το αυτοκίνητό σου, ή και την ίδια σου την πόλη ακόμη.
Τόσο αόριστο αλλά ταυτόχρονα και τόσο απτό ώστε ακατάλυτος αισθάνεσαι να σφυρηλατείται ένας δεσμός ευγνωμοσύνης για πάντα ή μάλλον για όσο θα συνεχίζεις να υπάρχεις. Συμπερασματικά, Μόντε Κάρλο – Βατερά σημειώσατε 2.
*Σημείωση: Ο Θανάσης Νιάρχος γεννήθηκε στο Βόλο. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες και Γαλλική Φιλολογία. Έχει εκδώσει τα βιβλία: Ποίηση: “Εικοσιτέσσερα νυχτερινά τραγούδια” (1970) και “Έρως έρωτας” (1979). Δοκίμια: “Η ανθρώπινη ανησυχία” (1973), “Κατά μέτωπο” (1980), “Ο αόρατος χρόνος” (1988), “Ημερολόγιο μιας διαμαρτυρίας” (1999), “Ο έρωτας για τους άλλους” (1999), “Καθάπερ φερομένης βιαίας πνοής” (1999), “Για τον Άγγελο Τερζάκη” (2002). Συνομιλίες με εκπροσώπους των ελληνικών γραμμάτων με τους τίτλους “Πραγματογνωμοσύνη της εποχής” (1976) και “Τα παιδικά μου χρόνια” (2003). Από το 1981 εκδίδει μαζί με τον Αντώνη Φωστιέρη το λογοτεχνικό περιοδικό “Η λέξη”. Έχει την επιμέλεια της σειράς “Σκέψη, Χρόνος και Δημιουργοί” των εκδόσεων Καστανιώτη, στην οποία φιλοξενούνται κείμενα σημαντικών δημιουργών του νεοελληνικού πολιτισμού. Έχει μεταφράσει βιβλία των Κάφκα, Μίλερ, Λούθερ Κινγκ, Κοκτώ, κ.ά. Είναι επίσης συνεργάτης της εφημερίδας “Τα Νέα”.