Το Δημοτικό Σχολείο Βρίσας ευχαριστεί τον Γιώργο Μαργαρίτη του Ιωάννου για την προσφορά μιας δεκάτομης εγκυκλοπαίδειας παραμυθιών στην οποία περιλαμβάνονται όλα τα κλασσικά παραμύθια.
Με τους 10 αυτούς τόμους εμπλουτίζεται ουσιαστικά η δανειστική παιδική Βιβλιοθήκη του σχολείου μας.
Η δική μας “κουλμπατσα” ή επιστημονικά “Branched asphodel”. Μέσα στις πρώτες μέρες του ανθοφόρου Απρίλη κατέχει κυρίαρχη θέση και η “γειτονιά μας” είναι κατάφυτη από αυτήν.
Οι πληροφορίες από το διαδίκτυο μας λένε ότι:Οι κόνδυλοι (του φυτού) χρησιμοποιούνται κυρίως εξωτερικά για τη θεραπεία δερματικών παθήσεων και για τη λεύκανση των φακίδων. Έχουν επίσης χρησιμοποιηθεί εσωτερικά ως φάρμακο για τον βήχα. Οι κόνδυλοι συλλέγονται την άνοιξη και ξηραίνονται για μελλοντική χρήση.
Εμείς πριν λίγες δεκαετίες την “κουλμπατσά” τη γνωρίσαμε ως την πρώτη ύλη για την κατασκευή ενός παιχνιδιού, παιχνιδιού της εξοχής. Με τον βλαστό της φτιάχναμε “ρουδανέλια”.
Τα πιο παλιά χρόνια όταν γύριζε ο πατέρας από το καφενείο, καθώς έβγαζε από την τσέπη του ένα λουκούμι -έπαθλο της νίκης του στα χαρτιά- για να το προσφέρει στα παιδιά, συνήθως δέχονταν την ερώτηση της μητέρας: τί νέα (από το καφενείο);
Τα πιο σημαντικά νέα προέρχονταν από τις ειδήσεις που μετέδιδε το ραδιόφωνο και άκουγαν οι θαμώνες. Ένα από αυτά που θυμάμαι ήταν τα σχετικά με το “Κυπριακό”. Τα νέα τα μονοπωλούσαν οι δέκτες του ραδιοφώνου και οι ελάχιστοι χώροι που τους διέθεταν, όπως τα καφενεία.
Σήμερα, που τα νέα σε “εκβιάζουν” να τα ακούσεις, όπου κι αν βρίσκεσαι, από τους κάθε λογής δέκτες, τι συζητιέται στο καφενείο (εκτός από την …κοινωνική ενημέρωση);
Από τα πιο απλά πράγματα, όπως το αν φύτρωσαν οι πατάτες και πόσα πουλάκια βγήκαν από την κλωσσομηχανή, και τα πολιτικά, μέχρι πολύ ανεβασμένα (από τους εραστές του είδους!), όπως για τους εξωγήινους, για το αν υπάρχει αλλού ζωή στο σύμπαν και “τούτοις όμοια”, όπως μας έλεγε ο αείμνηστος φιλόλογος Φώτης Σιδερής.
Τις “σοβαρές” κουβέντες διανθίζουν ενίοτε και ευτράπελα του παλιού καιρού στο χωριό μας.
Είπε σήμερα ο Γ.Γ.: Δυο μεγάλης ηλικίας αδέλφια, αρσενικοί και οι δυό, συγκατοικούσαν σε ένα σπίτι, στης “Χήρας του σουκάτσ”. Ένα πρωί κατεβαίνοντας προς τον Πλάτανο είδαν ότι είχαν φέρει ψάρια. “να πάρουμε ψάρια;” ρώτησε ο ένας και με σύμφωνη γνώμη του δεύτερου τα πήρε, τα πήγε στο σπίτι και τα ετοίμασε για το μεσημεριανό τραπέζι. Στη συνέχεια κατέβηκε και αυτός στο καφενείο. Κάποια στιγμή, ο δεύτερος, σηκώθηκε απ’ την καρέκλα του και είπε ότι λόγω ανάγκης θα πάει για λίγο στο σπίτι.
Όταν επέστρεψε, αγανακτησμένος δήθεν, λέει: “αυτές οι γάτες” Τί κάνουν οι γάτες; τον ρώτησε ο καθήμενος αδελφός. “Έβαλαν “χέρι” στα ψάρια”, η απάντηση. Και ο παρατηρητικός και εύστροφος τρίτος της παρέας του είπε: “Σκουπίστσι, γιατί φαίνουντι”. Και ο δράστης αυτόματα σήκωσε το χέρι του και σκούπιζε καλά-καλά τα χείλη του!!!
Τίτλος που μας καλεί να «δούμε» αυτά που προσπερνούμε αδιάφορα.
Μικρά δώρα που καθημερινά απλόχερα μάς προσφέρονται. Αυτά που μπορούν να απαλύνουν τους πόνους. Αυτά που μπορούν να σε κάνουν να ξεχάσεις για λίγο τα προβλήματα και να γεμίσουν την ψυχή σου με δύναμη για να αντιμετωπίσεις την ζωή με περισσότερη αισιοδοξία. Τα μικρά μικρά που αν τα προσθέσεις κάνουν το μεγάλο. Αυτά που διώχνουν για λίγο την μαυρίλα που μας περιβάλλει. Αυτά που γεμίζουν το κάδρο με χρώματα. Όσες μέρες σού χρωστά ακόμα η ζωή, απόλαυσε τα. Γιατί η ουσία της ζωής κρύβεται στις μικρές στιγμές.
Οδηγός και πρόσκληση προς συνταξιούχους και ηλικιωμένους.
Ορμώμενη από το άρθρο του κ. Νικέλλη Στρατή στην σελίδα του,
«Για όσους βρίσκονται μακρυά».
Ο Θεός των μικρών πραγμάτων
Πίστευε στον θεό των μικρών πραγμάτων.
Στις πρώτες στάλες της βροχής το φθινόπωρο.
Στην μυρουδιά του βρεγμένου χώματος.
Στο ψάξιμο των σαλιγκαριών και πεφτσιτών.
Στο παγωμένο ξεροβόρι που κοκκινίζει τα μάγουλα
και κάνει τα μάτια να δακρύζουν.
Στην επιστροφή στη θαλπωρή τού σπιτιού σου με το αναμμένο τζάκι.
Στο ψήσιμο των κάστανων διαβάζοντας παραμύθια στα μικρά.
Στον χειμωνιάτικο ήλιο που ξεμυτίζει το πρωί από το βουνό με υποσχέσεις ζεστασιάς και «καλοσύνης», τις αλκυονίδες.
Στην ολοκάθαρη ατμόσφαιρα μετά την βροχή.
Στην ώρα του δειλινού που ο ουρανός βάφεται με χιλιάδες χρώματα.
Στους λόφους όπου οι ελιές εναλλάσσονται με τα πεύκα.
Στη μυγδαλιά που ανθίζει τον Γενάρη.
Στο πρώτο τριαντάφυλλο τον Μάη στην γέρικη τριανταφυλλιά
της μάνας σου, που επιμένει να ζει.
Στα χελιδόνια που με βιάση φτιάχνουν τις φωλιές τους για να γεννήσουν τα αυγά τους.
Στο πλουμιστό χαλί από αγριολούλουδα την άνοιξη.
Στις μελισσούλες που τρυγούν το νέκταρ.
Στις μυρωδιές από τα σαλκίμια το Πάσχα.
Στο χαμόγελο και την αγκαλιά των εγγονιών.
Στην πονηρή λάμψη στα μάτια τους όταν τους δίνεις κρυφά από τη μάνα τους την απαγορευμένη λιχουδιά.
Στο πρώτο τους μάθημα για κολύμπι χωρίς μπρατσάκια.
Στο εκκλησίασμα Κυριακές και γιορτές.
Στις κυρίες που με τα καλά τους κάθονται στον καφενέ μετά, για τον καθιερωμένο καφέ τους.
Στους «μεγάλους», στην λιακάδα, που διηγούνται ιστορίες από τον στρατό
και θυμούνται τα νιάτα τους.
Στις γυναικοπαρέες που μοιράζονται συνταγές και κουτσομπολιά φτιάχνοντας βύσσινο γλυκό, σάλτσες, και μαρμελάδα σύκο.
Στους ηλιοκαμμένους εφήβους που ανταλάσσουν μυστικά για κατακτήσεις και έρωτες παντοτινούς.
Στον πρωινό καφέ με το γλυκό του κουταλιού, αγναντεύοντας τη θάλασσα.
Στους γλάρους και τις βαρκούλες που αρμενίζουν πάνω της.
Στην πρώτη βουτιά που σε ζωντανεύει.
Στον μεσημεριανό μπάτη που σε δροσίζει.
Στα ολόγλυκα καρπούζια, τα πεπόνια, τα σταφύλια, και τα σύκα.
Στην μυρουδιά των βασιλικών και των δυόσμων.
Στις γατούλες που παίζουν κυνηγητό με τις πεταλούδες.
Στην αυγουστιάτικη πανσέληνο.
Στους περιπάτους στα μοναχικά ξωκλήσια.
Στους εσπερινούς και τα πανηγύρια.
Στην θέα από τον προφήτη Ηλία.
Στο στρωμένο τραπέζι με την κουτσομουρίτσα και το ουζάκι.
Στα ραδίκια και τις ροπάδες.
Στη ντομάτα, το αγγούρι, και το κρεμμύδι κομμένα από το μπαξέ.
Στις τσακιστές ελιές και την φέτα.
Στο λαδοτύρι.
Στις παστές σαρδέλες Καλλονής.
Στο τσούγκρισμα του ποτηριού. Το, στην υγειά μας.
Στην ξεκούραση του απογευματινού ύπνου.
Στο βιβλίο που διαβάζεις, στο σταυρόλεξο που καταφέρνεις να λύσεις.
Στις κοινές αναμνήσεις που μοιράζεσαι στην ταβερνούλα με φίλους.
Στις φωνές και τα πειράγματα παίζοντας μπιλότ στον καφενέ.
Στις πλάκες για το ποιος έπιασε το μεγαλύτερο ψάρι.
Στις πολιτικο-οικονομικο-φιλοσοφικές συζητήσεις με τα ντένκια.
Στο: Καλώς τον, τι κάνεις; Άργησες. Σε αναγορέψαμε.
Στις μικρές νίκες. Σηκώθηκα, περπάτησα, κολύμπησα, χόρεψα.
Στον άρτον τον επιούσιον που έφαγες και σήμερα.
Στην τύχη που σε αφήνει ακόμα να ζεις και να γερνάς.
Στο νησί σου.
Στο χωριό σου.
Στην αποφυγή της σκληρής μοναξιάς της πόλης.
Στην καλημέρα και καληνύχτα των δικών σου ανθρώπων.