ΕΜΠΡΟΣ 24/10/12
Νικέλλη Στρατή
Και αυτό το καταφέραμε στην έρμη αυτή χώρα. Να διώξουμε τους δωρητές!!! Πριν λίγες δεκαετίες ακόμα υπήρχαν άτομα τα οποία δώριζαν την περιουσία τους στα σχολεία, στις εκκλησίες, στις κοινότητες ή τους δήμους. Αγροτικά κατά κύριο λόγο ακίνητα αλλά και αστικά προσφέρονταν συνειδητά στους παραπάνω φορείς της τοπικής κοινωνίας για να ενισχύσουν το έργο τους ή ακόμα και για λόγους υστεροφημίας του δωρητή. Και πράγματι τα έσοδα από τις περιουσίες που δημιουργούνταν με αυτές τις δωρεές υποβοηθούσαν σημαντικά τους φορείς αυτούς να εκπληρώσουν το έργο τους προς όφελος της τοπικής κοινωνίας. Μερικές φορές δε αποτελούσαν και την κύρια πηγή εσόδων τους.
Σήμερα ύστερα αφενός από νομοθετικές ρυθμίσεις της πολιτείας και αφετέρου απ’ τη νοοτροπία του ωχαδερφισμού που κατέκλυσε την ελληνική κοινωνία και την άμβλυνση του κοινωνικού χρέους αρχόντων και αρχομένων, οι περιουσίες αυτές είτε λιμνάζουν ανεκμετάλλευτες είτε χρησιμοποιούνται για αλλότριους απ’ αυτούς που έθεσαν οι δωρητές σκοπούς, είτε –στη χειρότερη περίπτωση- αποτελούν ένα ακόμα κρίκο στην αλυσίδα της διαφθοράς.
Η περιουσία των σχολείων απ’ το 1990 έχει μεταφερθεί στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, η οποία –υποτίθεται- θα την εκμεταλλεύεται και θα διαθέτει τα έσοδά της στα σχολεία. Όσο η περιουσία ανήκε στο σχολείο, η σχολική κοινότητα (εκπαιδευτικοί και γονείς) νοιάζονταν γι αυτήν αφού γινόταν άμεσα αποδέκτης της απόδοσής της. Οι δήμαρχοι και οι κοινοτάρχες –ιδιαίτερα στην καποδιστριακή και καλλικρατική περίοδο- τη μεν φροντίδα της περιουσίας την αντιμετώπιζαν ως ένα επαχθές βάρος το οποίο προσπαθούσαν να αποφύγουν, τις όποιες δε προσόδους της ως ένα ακόμα μέσο για να βουλώνουν τρύπες και να ασκούν ψηφοθηρική πολιτική, γράφοντας στα παλιά τους τα παπούτσια την επιθυμία των δωρητών. Η αλαζονεία της εξουσίας των αρχόντων και η βεβαιότητά τους ότι κανείς δεν πρόκειται να κινηθεί δικαστικά εναντίον τους, τους ενθάρρυνε στην παρανομία τους.
Ποιος θα δωρίσει σήμερα περιουσιακό στοιχείο σε σχολείο όταν βλέπει την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί; Συγχρόνως όμως ποιος θα δωρίσει περιουσιακό του στοιχείο στην τοπική αυτοδιοίκηση αφού είναι σίγουρος ότι το περιμένει η εγκατάλειψη και ότι –στην καλύτερη περίπτωση- τα έσοδά του μπαίνοντας στο χωνευτήριο του κοινού κορβανά δεν πρόκειται να προσφέρουν τίποτα στην τοπική κοινωνία, για την οποία νοιάστηκε ο υποψήφιος δωρητής;
Ούτε την εκκλησία όμως εμπιστεύονται σήμερα σε οικονομικά θέματα οι περισσότεροι είτε γιατί έχουν συγκεκριμένα βιώματα οι ίδιοι είτε γιατί επηρεάζονται από τη λυσσαλέα εναντίον της πολεμική πολιτικών κομμάτων και ρευμάτων.
Κληροδοτήματα έχουν απαξιωθεί πλήρως διότι η πολιτεία σε αγαστή συνεργασία με τους μεγαλοσυνεταιριστές ρύθμισαν τα των επιδοτήσεων με τέτοιο τρόπο ώστε αυτά (τα κληροδοτήματα) να μη δικαιούνται με αποτέλεσμα την υποβάθμισή τους, την εγκατάλειψη της περιουσίας και την απαξίωσή της.
Έχουμε φτάσει έτσι σε σημείο να υπάρχουν υποψήφιοι δωρητές περιουσιακών τους στοιχείων και να μη ξέρουν που να τα προσφέρουν. Και ας μη βιαστεί κάποιος να πει να τα δώσουν στους φτωχούς γιατί σήμερα φτωχοί υπάρχουν –και πληθαίνουν συνεχώς- αλλά η αιτία της φτώχειας τους δεν είναι η έλλειψη γεωργικής γης.
Άρχισαν να εμφανίζονται περιπτώσεις που κάποιος δωρητής θέλοντας να ενισχύσει τους χωριανούς του, την τοπική κοινωνία της γενέτειράς του προτιμά να δωρίσει περιουσιακά του στοιχεία σε …πολιτιστικούς ή άλλους συλλόγους. Το σχολειό, άσχετα αν κλείσει ή αν μεγεθυνθεί, τις προσόδους της πάλαι ποτέ ή και της τυχόν μέλλουσας περιουσίας του δεν τις βλέπει. Κοινότητα ή δήμος για κάθε μια μικρή τοπική κοινωνία δεν υπάρχει. Όλα στον κοινό κορβανά και από κει «καθοδηγούνται» από συμπάθειες, γνωριμίες και συμφέροντα. Η οικονομική διαχείριση της εκκλησίας έχει δικαίως ή αδίκως ψεγαδιαστεί. Έτσι επιλέγεται ένας Σύλλογος, που έχει το μειονέκτημα ότι σήμερα είναι, αύριο δεν είναι, αλλά και το πλεονέκτημα ότι εκφράζει άμεσα την τοπική κοινωνία, για να διαχειριστεί τη δωρεά που σε περασμένα χρόνια θα αποδέχονταν πιο σταθερά κύτταρα του κοινωνικού ιστού.
Στο όνομα της αποκέντρωσης της εξουσίας γίνεται μια υπερσυγκέντρωση αυτής σε τοπικό επίπεδο. Με αποτέλεσμα να προστίθεται ένας ακόμα λόγος για να μαραζώνει η ύπαιθρος, να απαξιώνεται η γεωργική γη και η παραγωγή. Και σ’ όλα αυτά την ευθύνη σύμμετρα την φέρουν οι άστοχες πολιτικές της κεντρικής εξουσίας αλλά και οι αχρείες πρακτικές των τοπικών αρχόντων, όλων των πολιτικών ή κομματικών αποχρώσεων. Και γι αυτό δεν υπάρχουν κόμματα και παρατάξεις που δεν άσκησαν την εξουσία και τάχατες δεν έχουν ευθύνες. Έχουν διαχειριστεί την τοπική εξουσία και «εξ όνυχος τον λέοντα»