Μνήμη Π. Μπουτζή
Δεκαετία του 30 και μια από τις κυριότερες δουλειές της χωροφυλακής στα χωριά μας τουλάχιστο, η δίωξη των παράνομων καπνιστών .(καπνός ‘μπελαντόνα’και τσιγαρόχαρτα του λαθρεμπορίου)
Όρος για την επιτυχία σύλληψης παραβατών του νόμου, ήταν ο αιφνιδιασμός:
Έμπαιναν ξαφνικά σ’ ένα καφενείο, εντόπιζαν με μια ματιά ποιος από τους καπνίζοντες είναι ύποπτος, κατευθυνόταν προς αυτόν και τον έπιαναν επ’ αυτοφόρω…
Κείνη τη μέρα έκαναν ‘ντου’ στο καφενείο αδελφών Γεωργέλλη- πήγαν αμέσως στο κέντρο του-στους ηλικιωμένους που καθόταν γύρω από τη σόμπα κι απευθύνθηκαν σε συγκεκριμένο άτομο:¨ Βγάλε τα καπνιστικά σου, του λένε (καπνοσακούλα, τσιγαρόχαρτο) κείνος δείχνει να μην καταλαβαίνει…το ξαναλένε επιτακτικώτερα, πάλι καμιά κίνηση εκ μέρους του.
Κάποιος διπλανός του, εξηγεί στα όργανα της τάξης, πως ο γέροντας στον οποίο απευθύνονται…δεν ακούει. Τότε εκείνοι επαναλαμβάνουν την ερώτηση τους, συνοδεύοντας τη με την μιμική κίνηση που σημαίνει :κάπνισμα.
«- Α! λέει ο ύποπτος της παρανομίας- Αμ δε μι του λες πους θελ’ς τσιγάρου…» χώνει το χέρι του στο ζωνάρι ,βγάζει ένα πακέτο ‘Παπαστράτος’ και του προσφέρει ένα, βάζοντας ένα και στο στόμα του..
Λάθος άτομο υποπτευθήκαμε, συμπεραίνουν και φεύγουν άπρακτοι.. (Δεν είχε έννοια να ερευνήσουν άλλους, αφού όλοι οι λαθροκαπνιστές ,θάχαν στο μεταξύ πετάξει τα πειστήρια του εγκλήματός τους.)
Οι γύρω απ’ τη σόμπα χωριανοί, σπεύδουν να συγχαρούν τον πρωταγωνιστή, για το στρατήγημά του , που κανείς άλλος από το χωριό δεν τόχε σκεφτεί μέχρι τότε! (δηλ. να έχει εφεδρικό πακέτο νόμιμου τσιγάρου).
Τον συγχαίρουν ακόμα για το πώς (μισότυφλος αυτός) αντιλήφθηκε πρώτος απ΄ όλους, την είσοδο των χωροφυλάκων στο καφενείο και εξαφάνισε τα τεκμήρια της ενοχής του!
Τότε εκείνος είπε το ιστορικό: «Ένα τόχου γω (το μάτι)αλλά τύφλις νάχειν τνου (αυτουνού) τα δυό».