Από την Κατερίνα Γεωργή

Παίρνοντας ως αφορμή την βλάβη του μοτέρ του νερού και το πόσο εξαρτόμαστε από την τεχνολογία στέλνω ένα ευθυμογράφημά μου γραμμένο πριν από αρκετά χρόνια. Όταν ακόμα είχαμε χωριό και Πλάτανο.



Όταν ακόμα υπήρχε ο Πλάτανός μας.

Όταν τελείωσε ένα εξοχικό σπίτι που φτιάξαμε στον άγιο Φωκά και αρχίσαμε να το εξοπλίζουμε, φτάσαμε και στις ηλεκτρικές κουζίνες.
Δύο συσκευές ήθελα γιατί δύο διαμερίσματα έχει το σπίτι.
Ένα μεγάλο για εμάς, και ένα μικρότερο που μένει η κόρη μου με τον άντρα της το σκύλο και τις γάτες της, τον Αύγουστο που έρχονται για διακοπές.
Εκείνη δεν μαγειρεύει γιατί τρώμε όλοι μαζί ή τρώνε έξω, και το αναφέρω γιατί έχει σημασία για την ιστορία.
Πήγαμε που λέτε στην Καλλονή να τις παραγγείλουμε και εγώ το μόνο ιδιαίτερο που ζήτησα για την δική μου κουζίνα, ήταν να βγαίνουν οι σχάρες μαζί με την πόρτα σαν σιδηρόδρομος και να μην καίω τα χέρια μου όταν ψήνω.
Και μου έρχεται μια κουζίνα που είχε της Παναγιάς τα μάτια που λένε, την στιγμή που εγώ, ως μη φανατική μαγείρισσα, δυο μάτια χρησιμοποιώ συνήθως, και στο φούρνο το πάνω -κάτω και το γκρίλ.
Και μέσα σε αυτά τα πεντακόσια άχρηστα για μένα πράγματα είχε και ένα «κλειδί» ζωγραφιστό στο τζάμι που με αυτό κλειδώνανε τα μάτια για προφύλαξη λέει των μικρών παιδιών όπως μου είπαν εκ των υστέρων, που διέλαθε εντελώς της προσοχής μου.
Και παρ’ όλο που δεν διαθέτουμε παιδιά, τα “παιδιά και τα μάτια σας” λέγανε οι παλιοί και η κουζίνα μου ήταν και γι αυτό προγραμματισμένη.
Να προφυλάσσει τα παιδιά από τα ίδια τα μάτια της.
Την πρώτη φορά που μου επισήμαναν την ύπαρξη του τα δικά μου παιδιά, ήταν όταν σκουπίζοντας το γυαλί το πίεσα κατά λάθος λίγο παραπάνω, εκεί που ήταν το κλειδί, και κλείδωσαν τα μάτια, δεν ανάβανε, και εγώ έβριζα θεούς και δαίμονες, γιατί δεν μπορούσα να μαγειρέψω.
Βρε το έψαχνα από δω το έψαχνα από κει, τίποτα, αφού ιδέα δεν είχα περί κλειδιού το οποίον σημειωτέον δεν υπήρχε σε προηγούμενες απλές κουζίνες μου.
Ευτυχώς που για καλή μου τύχη συνέπεσε όλως τυχαίως να είναι εκεί οι κόρες μου για διακοπές, και μου το είπανε, γιατί εγώ νόμιζα ότι είχε χαλάσει ακόμη δεν την πήραμε και ήμουν έτοιμη να ζητήσω αντικατάσταση του γκλαμοράτου πλην ελαττωματικού προϊόντος.
Ευτυχώς δεν γίναμε ρόμπες στους Καλλονιάτες εισαγωγείς, και το είχα στο νου μου από κει και πέρα και το πρόσεχα στις πιέσεις αλλά ήξερα και να το φτιάξω αν παρ’ ελπίδα το ζόριζα.
‘Ενα Πάσχα όμως και ενώ περίμενα τον αδερφό μου και την νύφη μου από την Αμερική κλειδώσανε τα μάτια και τα φρύδια και ο φούρνος, και κουζίνα τέλος.
Βρε το έψαχνα από δω, βρε το κοίταζα από κει, βρε πάταγα το ζωγραφιστό κλειδί που παρεπιπτόντως ουδόλως αντιδρούσε, βρε έβριζα τον εαυτό μου του στύλ “τι έκανες πάλι βρε βλάκα και την χάλασες”, τίποτα.
Μουλαρωμένη η κουζίνα με τα πεντακόσια άχρηστα πράγματα.
Βρέ παιδιά ούτε ένα ματάκι; Όχιιι! Απολύτως τίποτα.
Να πώς παθαίνει εγκεφαλικό ο άνθρωπος.
Και εγώ ναι μεν γλύτωσα το εγκεφαλικό αλλά όχι και η κουζίνα.
Γιατί ο ειδικός μάστορας που ήρθε από Μυτιλήνη απεφάνθη ότι λόγω των συνεχών διακοπών του ρεύματος και της άναρχης επαναφοράς του, το εγκεφαλικό το έπαθε ο «εγκέφαλος» της κουζίνας. Ναι, όπως το ακούτε, διέθετε και τέτοιον.
Γιατί πώς να θυμάται θα μου πείτε όλα αυτά τα άχρηστα, ειδικά για μένα, προγράμματα που είχε;
Ο οποίος «εγκέφαλος» έπρεπε να παραγγελθεί στην Γερμανία, γερμανικής προέλευσης γαρ η γκλαμουριά, και θα έκανε ενάμισι μήνα να έρθει.
Και άρχισε η ταλαιπωρία τού να ανεβοκατεβαίνω στην κουζίνα του κάτω διαμερίσματος, ούτε τεστ κοπώσεως νά ‘κανα, η οποία ως πιο απλή και πιθανόν άνευ εγκεφάλου, “μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι”, που έλεγε η μαμά μου, δεν είχε πάθει ευτυχώς τίποτα. Και ανεβοκατέβαινα η έρμη για να μαγειρεύω, μεταφέροντας συγχρόνως τα διάφορα ειδικά “συμπράγκαλα” χρονιάρες μέρες που ήτανε και έχοντας και φιλοξενούμενους που ήθελα να περιποιηθώ στο πάνω διαμέρισμα το πιο άνετο.
Ευτυχώς δε που δεν ήταν και τα παιδιά εκεί και μπορούσα να κυκλοφορώ ελεύθερα χωρίς να φοβάμαι μη τους ενοχλήσω αυτούς και τον ζωολογικό τους κήπο!
Μόνο ένα μικρό πρόβλημα είχα με τον απορροφητήρα ο οποίος για τεχνικούς λόγους ήταν κάρβουνου όπως μου είχαν πει, χαμηλής ισχύος όμως.
Και μπήκε τέτοιος κατόπιν δικής μου συναίνεσης γιατί ήξερα ότι θα ήταν ούτως ή άλλως άχρηστος αφού κανείς δεν θα μαγείρευε εκεί όπως προανέφερα, και ειδικά, ψάρια τηγανητά που είναι καθοριστικός ο ρόλος τους στην συνέχεια της ιστορίας.
Μαγειρέψαμε που λέτε όσο μαγειρέψαμε για το Πάσχα, και τις μαγειρίτσες μας, και τα ψητά αρνιά μας, φάγαμε και έξω πολλές φορές και τελειώσανε οι γιορτές και καλά τα καταφέραμε με την απλή κουζινίτσα, παρόλη την κούραση μας, σωματική και ψυχική.
Και έφυγαν στην ευχή του θεού οι Αμερικάνοι και μείναμε μόνοι με τον άντρα μου και αποφασίσαμε να φάμε και λίγο ψαράκι για αποτοξίνωση από τα κρέατα.
Και πήραμε κουτσομουρίτσα και κατέβηκα κάτω να την τηγανίσω και ο Γιώργος μου μού είπε ότι θα πήγαινε μια βόλτα στον Πλάτανο να πιει ένα καφέ με φίλους και χωριανούς.
Και ενώ εγώ τηγάνιζα διαπίστωσα ότι ο απορροφητήρας υστερούσε των περιστάσεων και ντουμανιάσαμε λίγο, και ώσπου να προλάβω να ανοίξω την μπαλκονόπορτα να φύγει ο καπνός, ο ανιχνευτής καπνού ευαισθητοποιήθηκε, γαμώ την τεχνολογίας μας, και άρχισε να βαράει ο συναγερμός.
Εγώ δε η καλή σου, μη ενθυμούμενη πώς να τον σταματήσω και μη υπολογίζοντας τις συνέπειες από τον λόγο της ύπαρξής του, συνέχισα να τηγανίζω.
Γιατί για να τον σταματήσω έπρεπε να πάω επάνω να ανοίξω τα κιτάπια μου και να διαβάσω τις οδηγίες για το τι έπρεπε να κάνω, και να κάψω τα ψάρια;
Δεν είχαμε δα και χτες ανιχνευτή καπνού για να ξέρω τι θα γινόταν και οι προτεραιότητες ήταν προφανώς για μια καλή νοικοκυρά, οι καλοτηγανισμένες κουτσομουρίτσες.
Και βάραγε που λέτε ο συναγερμός, και προφανώς ειδοποιήθηκε η πυροσβεστική, εγώ ιδέα δεν είχα για αυτήν την άμεση σύνδεση, που παρεπιπτόντως είναι και στου διαβόλου τη μάνα, μάλλον εμείς είμαστε στου διαβόλου την μάνα στην πραγματικότητα αλλά ας μην το αναλύσουμε τώρα, και παίρνανε τηλέφωνο οι άνθρωποι και εγώ δεν απαντούσα γιατί δεν το άκουγα προφανώς.
Γιατί πώς να το ακούσεις με τέτοιο συνδιασμό θορύβων;
Τηγάνι, συν απορροφητήρας, συν συναγερμός, και έγινε εν αγνοία μου καθώς καταλαβαίνετε το έλα και να δεις.
Ξεκίνησε η πυροσβεστική, φαντάσου, από Αγιάσο μεριά να έρθει στον άγιο Φωκά να με σώσει από την πυρκαγιά.
Ευτυχώς για όλους μας, σύντομα τέλειωσα το τηγάνισμα και άκουσα το τηλέφωνο το οποίο πρέπει να βάραγε συνέχεια, και ήταν ο Μπάμπης ο γνωστός μας πυροσβέστης εκ Πολιχνίτου καταγόμενος που ερχόταν με την μάνικα αγωνιώντας για την τύχη μου, πλην όμως εδόθησαν οι δέοντες εξηγήσεις και λύθηκε η παρεξήγησις, με καθοδήγησε και έσβησα γρήγορα τον συναγερμό, και επέστρεψε στην έδρα της άπρακτη, ευτυχώς για μένα, η πυροσβεστική.
Όμως πάνω στην κουβέντα μού είπε ο Μπάμπης, ότι πήρανε τηλέφωνο και τον άντρα μου στο κινητό αφού εγώ δεν απαντούσα πουθενά, και όπου νάναι θα έρθει, και μάλιστα του κάνει εντύπωση πως δεν ήρθε ακόμα γιατί ήταν στο δρόμο όταν τον ειδοποίησαν, δεν είχε φτάσει καν στο χωριό.
Και μετά από αρκετή ώρα, ψύχραιμος και ωραίος καταφθάνει ο αντρούλης μου μέσα στην καλή χαρά σαν να μη συνέβη τίποτα.
Εγώ εν τω μεταξύ περίμενα να μου πει τι έγινε και δεν έτρεξε να γυρίσει αφού είχε ενημερωθεί ότι το σπίτι του έπιασε φωτιά. Μάταια όμως!
“Σιγή ιχθύος” από μέρους του, πιθανόν για να είναι ασορτί με τις τηγανιτές κουτσομουρίτσες.
Ούτε μία ερώτηση τουλάχιστον του στυλ, τι έγινε βρε γυναίκα με τον Μπάμπη;
Εμένα τα λαμπάκια μου όπως καταλαβαίνετε αναμμένα στο φούλ και έτοιμη όχι να αρπάξω φωτιά, αλλά να εκραγώ.
Του ζήτησα λοιπόν εξηγήσεις σε έντονο και δραματικό τόνο ως παρ’ ολίγον Ζαν ντ’ Αρκ, επί του θέματος, και τον λόγο που αγνόησε τον Μπάμπη και την πιθανή πυρκαγιά στο σπίτι μας.
Και ήρθε η απάντηση με αγγελικό οφείλω να ομολογήσω ύφος και χαριτολογώντας, του τέρατος ψυχραιμίας συζύγου μου, για να μην πω σκέτου τέρατος και κακοχαρακτηριστώ.
-Βρέ Κατερινάκι ήμουν πια δίπλα στο χωριό, ούτως ή άλλως δεν προλάβαινα να γυρίσω και να κάνω κάτι, και έτσι πήγα στον Πλάτανο για καφέ περιμένοντας νέα από τον Μπάμπη. Άλλως τε έχω εμπιστοσύνη εγώ σε σένα. Είσαι ικανή για όλα. Και να βάζεις και να σβήνεις φωτιές. Αλλά για να ξέρεις, τηλέφωνο σε πήρα αλλά δεν απαντούσες.
Πες τε μου βρε παιδιά εσείς που βλέπετε από μακρυά πιο ψύχραιμα τα πράγματα, ξέρετε κανέναν απανθρακωμένο να απαντάει στο τηλέφωνο;

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Δημοσιεύθηκε στην Ειδήσεις. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

2 απαντήσεις στο Από την Κατερίνα Γεωργή

  1. Ο/Η Μαίρη Γομοπουλου λέει:

    Πολυ καλο! Να εισαι καλα Κατερίνα και αυτή τη καινούργια χρόνια να μας διασκεδάζεις με τα γραφόμενα σου!

  2. Ο/Η Γεωργή Κατερίνα λέει:

    Σε ευχαριστώ Μαίρη μου. Ο αυτοσαρκασμός στην οικογένεια μας ευτυχώς από πάντα έσωζε καταστάσεις. Ευτυχώς που δεν ζει η Πελαγία που πάντα έλεγε: Τα εν οίκω μη εν δήμω, παιδί μου. Καλή χρονιά σε όλους μας.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.