Πευκόξυλα (ολίγον φρέσκα)
Τέλος του φοβερού Β’ παγκοσμίου πολέμου και η ζωή πρέπει να συνεχίσει. Πρώτα η οικονομία. Στο χωριό έξω από την ελιά , τη μικρή κτηνοτροφία και λίγα κηπευτικά-όσπρια, δεν έχουμε τίποτα άλλο. Όμως εκείνο το καλοκαίρι ξαναξεκίνησε η΄ βαριά μας βιομηχανία’, τουβλοποιεία –κεραμοποιεία, με αρκετούς ανθρώπους να βρίσκουν δουλειά, στη νεκρή, από γεωργικής άποψης, περίοδο του καλοκαιριού. Αρκετά εργατικά χέρια απαιτούσε και η μεταφορά του χώματος, όπως και η κοπή-μεταφορά καυσόξυλων, με πρώτιστα τα πευκόξυλα, που όμως είχαν κίνδυνο. Απαγορευόταν η υλοτομία των πεύκων.
Το δασαρχείο υπολειτουργούσε μεν και ηθελημένα συχνά έκλεινε τα μάτια, αλλά έπρεπε κάπως να δικαιολογήσει την ύπαρξή του, στέλνοντας κάποιους λαθρο-υλοτόμους στο δικαστήριο. Στον Αι-Γιάννη το Θεολόγο είχε την παγανιά του, κείνη τη μέρα ο δασικός. Είχε τις πληροφορίες του, που άλλωστε ήταν κοινό μυστικό. Από κει, κατά το απομεσήμερο θα περνούσαν δυο-τρία φορτηγά ζώα με τεμαχισμένους κορμούς πεύκων , κάπου από την περίμετρο του Σχωρεμένου…
Θύμα της ημέρας ο Γιάννης Πελέκος, που πιάνεται στα πράσα και δεν έχει τίποτα να πει για δικαιολογία. Ήταν και υπότροπος.
Ο δασικός τον κατσαδιάζει άσχημα ,λέει πως δεν σέβονται τις τόσες προειδοποιήσεις που έχει κάνει κ.λ.π. Ούτε σέβονται τουλάχιστο την υπόδειξη, να κόβουν έστω πεύκα αλλά μόνο αν είναι ξερά.
-Φαίνεται; (ότι είναι φρέσκα;),ρωτά « αφελώς» ο παραβάτης.
-Μα με κοροιδεύεις κι από πάνω; αντιλέγει θυμωμένος ο δασικός, δεν βλέπεις που οι ρετσίνες τους τρέχουν;
Αμηχανία εκ μέρους του παραβάτη, αλλά ύστερα από λίγο βρίσκει κάτι να πει…-και τους το λέω, σ’ ορκίζομαι τους τόχω πει πολλές φορές «τα ξύλα που μου φορτώνεται κάθε απόγευμα, να είναι κομμένα από την προηγούμενη!!»
Περισσή αφέλεια ή ισχύει το κανείς δεν είναι αρκετά έξυπνος αν δεν ξέρει να παριστάνει κάποτε και τον κουτό;…πάντως μάλλον το δεύτερο ίσχυσε στην περίπτωση.. παρά τη φούρκα του, ο δασικός δεν μπόρεσε να μην χαμογελάσει… αλλά και να μην του χαριστεί, για ακόμη μια φορά.