Μια ενδιαφέρουσα συνέντευξη έδωσε στο Εmprosnet ο Στέφανος Καραβίδας που μπορείτε δείτε εδώ.
Παραθέτουμε ορισμένα χαρακτηριστικά αποσπάσματα:
Είναι προφανές ότι υπάρχουν σοβαρές ευθύνες τόσο για τους αυτοδιοικητικούς όσο και τους υπηρεσιακούς παράγοντες, οι οποίοι μετά το πέρας της φωτιάς αυτοσυγχαίρονταν μεταξύ τους, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του ελαιώνα της Βρίσας κάηκε αναιτίως, από μία φωτιά που έκαιγε -για μεγάλα χρονικά διαστήματα μόνη της- για 6 μέρες. Ωστόσο για να είμαστε δίκαιοι, σοβαρή ευθύνη φέρουμε και οι κάτοικοι, οι οποίοι επιλέξαμε να ανεγείρουμε οικίες μέσα σε πυκνή βλάστηση, οι οποίοι δεν προχωρήσαμε στις απαραίτητες αποψιλώσεις και καθαρισμούς και σε πολλές περιπτώσεις είχαμε μετατρέψει τα κτήματά μας σε μικρές χωματερές εύφλεκτων υλικών, δίπλα πολλές φορές σε δασική έκταση.
Αρχικά η φωτιά υποτιμήθηκε και προφανώς για αυτό καθυστέρησαν τα ιπτάμενα μέσα για σχεδόν 2 ώρες. Παρακολουθώντας από την αρχή την εξέλιξη της πυρκαγιάς, σας μεταφέρω την αίσθηση των κατοίκων ότι η αρχική απόκριση δεν ήταν η πρέπουσα με τη φωτιά να έχει αφεθεί στην ουσία να διανύσει μία απόσταση 5 χιλιομέτρων, μέχρι να φτάσει στη «ζώνη άμυνας» των Βατερών.
Εκεί αναμφισβήτητα γίναμε μάρτυρες προβλημάτων συντονισμού και ανεφοδιασμού των οχημάτων με νερό, δεδομένου ότι φάνηκε ότι οι θέσεις των κρουνών δεν ήταν γνωστές, όπως και οι αγροτικοί δρόμοι.
Σχετικά με τις αναζωπυρώσεις, παρατηρήθηκε μία άρνηση των δυνάμεων της πυροσβεστικής να εισέλθουν συντεταγμένα στον ελαιώνα και να προσεγγίσουν τις παρυφές των δασικών εκτάσεων που καιγόταν, ακόμη και σε περιόδους ύφεσης της φωτιάς κατά τις απογευματινές ώρες, μετά τις ρίψεις των πυροσβεστικών. Απότοκο, να σιγοκαίουν πολλές διάσπαρτες εστίες, οι οποίες τις βραδινές και πρώτες πρωινές ώρες, έδιναν αναζωπυρώσεις, κατάσταση που επαναλήφθηκε σχεδόν όλες τις πρώτες μέρες.
Στο ερώτημα τί προτείνει για το μέλλον του χωριού μας επανέλαβε όλα τα πολύ ενδιαφέροντα που μας ανέπτυξε στην ομιλία του πριν λίγες μέρες στου Προκόπα.