“ Όταν βρεθή κανείς τη Μεγάλη Παρασκευή στη Βρίσα, θα δη την ώρα που στολίζουν τον Επιτάφιο, τις κοπέλλες του χωριού ανάμεσα στ’ άλλα λουλούδια που κουβαλούν, να κουβαλούν και μικρές γλαστρίτσες, απ’ τις οποίες κρέμουνται ολόγυρα σαν κεριά ή σαν ψιλά μακαρόνια στολισμένα κατά διαστήματα με μαλλάκια χρωματιστά, πράσινα, κίτρινα, γαλάζια και προ πάντων κόκκινα”
Αυτό το έθιμο περιγράφει ο Γιάννης Λάσκαρις (Βρισαγώτης φιλόλογος και λαογράφος του 20ου αιώνα) σ’ ένα άρθρο του με τίτλο “Αδωνισμοί” που δημοσιεύτηκε στο Λεσβιακό Ημερολόγιο του 1955 του Π. Σαμάρα. Το έθιμο αυτό δεν υπάρχει σήμερα.
Στη συνέχεια ο ίδιος εξηγεί ότι “τα κεριά” ή “μακαρόνια”είναι οι βλαστοί του φυτού κοκορόβλου ή οροβάγχης, που έχει αναπτυχθεί στο σκοτάδι και γι αυτό έχουν υπόλευκο χρώμα..
Τα παραπάνω ο Λάσκαρις τα συνδέει με κάποιους στίχους που θυμόταν η μητέρα του μεταξύ των οποίων:
“Στου κάτου κόσμου που θα πας, γλήγουρα να γυρίσεις
νιος, κατανιός, σα του Χριστό, του βασιλιά της φύσης
ώρα καλή, καλή θανή, καλή ζουντάνια, κλουθιρστή”
Τη λέξη “κλουθιρστή” την αποδίδει σε γλωσσικούς μετασχηματισμούς της λέξης “κυκλοτερής” με την έννοια του επαναλαμβανόμενου.
Όλα αυτά τα συσχετίζει με την λατρεία του Άδωνι, του πανέμορφου νέου και εραστή της Αφροδίτης ο οποίος σκοτώθηκε αλλά τον ανέστησε η Αφροδίτη και από τότε πηγαίνει περιοδικά στον κάτω κόσμο και ξανά ανεβαίνει. Στον τάφο του οι κοπέλες φύτευαν εφήμερα φυτά που αναπτύσσονταν γρήγορα και μαραίνονταν πρόωρα συμβολίζοντας τη ζωή και το θάνατο του νέου. Στο νησί μας τον Άδωνι τραγούδησε η Σαπφώ (παραθέτει τους στίχους) Ο Λάσκαρις πιστεύει ότι το παραπάνω έθιμο του χωριού μας, που γίνονταν στην ταφή και Ανάσταση του Χριστού, έχει τις ρίζες του στη λατρεία του Άδωνι από το 700 π.χ. (ίσως και πιο μπροστά.)
Μάλιστα πηγαίνει ένα βήμα πιο μπροστά και θέτει (προς διερεύνηση) το ερώτημα αν τα σαράντα κύματα που παίρνουν οι γυναίκες (και αυτό έχει εκλείψει σήμερα) της Αναλήψεως σχετίζεται με τη λατρεία του Άδωνι στην Αλεξάνδρεια, όπου οι γυναίκες εκτός απ’ τα παραπάνω της λατρείας πήγαιναν στη θάλασσα και θρηνώντας έριχναν το ομοίωμα του Θεού στη θάλασσα.