Από τη ζωή στο χωριό
Η παρέα ρακόπινε στου Προκόπα. Ο Στρατής, κτηνοτρόφος και παραγωγός τυροκομικών προϊόντων στο σπίτι, είχε βγει βόλτα με το ταψί στα χέρια γεμάτο με τυριά και μυζήθρες.
Τις είδε τις μυζήθρες η παρέα και τις λαχτάρησε. Φώναξε ο Νικόλας απ’ την παρέα, ψηλός, λεβεντάνθρωπος και ευθύς ίσως και λίγο απότομος στην συμπεριφορά του, με τη χοντρή φωνή του: Ε! Στρατή φέρει μια μ’τζήθρα. Την πήγε ο πλανόδιος έμπορας (κτηνοτρόφος, τυροκόμος και έμπορας!) και συνέχισε τη δουλειά του σε άλλα τραπέζια. Κόβουν τη μυζήθρα οι ρακοπότες και βλέπουν να έχει μπόλικες τρίχες μέσα. Φωνάζει τότε ο Νικόλας: Ε! Στρατή εν έχ’ς καμιά σπανή γιατί τούτην που ίφιρεις ίνει μαλιαρή!!!