Η ιστορική διαδρομή ενός τόπου καταγράφεται σε βιβλία και όσο πιο πολυεδρική είναι η καταγραφή τόσο καλύτερα συνδέει το παρελθόν με το παρόν του τόπου αυτού. Λέγοντας πολυεδρική εννοούμε πολλές όψεις της ζωής και της δημιουργίας των ανθρώπων του.
Για τη Βρίσα σημαντική συμβολή στην καταγραφή της ιστορίας της πρόσφεραν ο Κώστας Τσέλεκας και ο Πάνος Αναγνώστου. Από κοντά βέβαια και όλα τα ιστορικά κείμενα που δημοσιεύονται στον ΑΝΤΙΛΑΛΟ. Ο Αναγνώστου εκτός απ’ τα βιβλία του για αρκετό διάστημα δημοσίευε μέσα από τη σελίδα μας ανέκδοτες ιστοριούλες που αφορούσαν το χωριό και τους ανθρώπους του.
Μια συλλογή τέτοιων ανέκδοτων ιστοριών με ανάλογο περιεχόμενο έχει και ο κ. Παναγιώτης Ι. Ιατρέλλης, ο οποίος με μεράκι συγκέντρωσε και κατέγραψε πολλές δεκάδες περιστατικά από τη ζωή του χωριού. Ιστορίες που η κάθε μια ξεχωριστά δεν περιγράφει κάτι το εξαιρετικό αλλά όλες μαζί δίνουν ανάγλυφη την κοινωνική και οικονομική ζωή του χωριού κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα.
Αντίγραφα των ιστοριών αυτών εμπιστεύθηκε στη Βιβλιοθήκη του χωριού μας και κάποιες απ’ αυτές θα δημοσιευτούν στη σελίδα αυτή και στον ΑΝΤΙΛΑΛΟ.
Από την πλευρά της Βιβλιοθήκης τον ευχαριστούμε θερμά και τον συγχαίρουμε για την πρωτοβουλία του αυτή η οποία ενισχύει το ρόλο της Βιβλιοθήκης ως κιβωτό της βρισαγώτικης ιστορίας και ζωής. Καλούμε με την ευκαιρία όποιον έχει ανάλογο υλικό να μας το εμπιστευτεί για την αξιοποίησή του.
Παραθέτουμε παρακάτω (τυχαία) ένα απ’ τα κείμενα του κ. Ιατρέλλη:
ΠΩΣ ΑΠΕΔΕΙΞΕ ΌΤΙ ΕΧΕΙ ΜΑΞΟΥΛΙ!
Μέχρι το 1940 οι αγρότες δεν είχαν συναλλαγές με την Αγροτική Τράπεζα. Επειδή όμως είχαν ανάγκες δανείζονταν από τους μπακάληδες, οι οποίοι εκτός απ’ τα είδη τροφίμων που τους δίνανε βερεσέ τους έδιναν και μετρητά τα οποία συνήθως επέστρεφαν όταν μάζευαν τις ελιές και πωλούσαν το λάδι. Όταν βέβαια το ποσό που χρεώνονταν υπερέβαινε τις δυνατότητες πληρωμής σταματούσαν να δανείζουν.
Κάποιος που ήθελε μετρητά πήγε μια μέρα στον μπακάλη του και του είπε: Επειδή φέτος έχω πολύ μαξούλι πρέπει να πάρω έναν καλύτερο γάιδαρο απ’ αυτόν που έχω και γι αυτό θα ήθελα ένα χιλιάρικο.
Επειδή όμως ήταν ήδη υπερχρεωμένος ο μπακάλης του είπε να φροντίσει να βολευτεί με το γαϊδούρι που είχε γιατί απ’ τις ελιές δεν θα μπορέσει να ξεχρεώσει. ” Ήδη είσαι υπερχρεωμένος” του είπε.
Ο άλλος όμως για να αποσπάσει το χιλιάρικο σκαρφίστηκε το παρακάτω:
Μάζεψε ένα γομάρι ελιές και πηγαίνοντας στη μηχανή πέρασε μπροστά απ’ το μπακάλικο του πιστωτή του χαιρετώντας τον επιδεικτικά. Αντί όμως να αδειάσει τις ελιές στο αμπάρι του, από άλλο δρόμο, επέστρεψε στο σπίτι του. Την επαύριο ξαναφόρτωσε τις ίδιες ελιές και έκανε την ίδια διαδρομή δυο τρεις φορές περνώντας μπροστά απ’ τον μπακάλη και τον χαιρετούσε λέγοντας: “πολλά μαξούλια φέτος αφεντικό!” Αυτό επαναλήφθηκε δυο τρεις μέρες οπότε ο μπακάλης φοβούμενος μήπως πάει σε άλλον και δανειστεί το χιλιάρικο και τον έχανε από πελάτη τον φώναξε και του είπε: “όπως βλέπω πραγματικά έχεις πολύ μαξούλι και το γαϊδουράκι που έχεις δεν θα αντέξει. Πάρε λοιπόν το χιλιάρικο για να τα βγάλεις πέρα.”
τι μου θυμίζει τι μου θυμίζει!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!1