ΕΜΠΡΟΣ 6-3-13
Νικέλλη Στρατή
Τα τελευταία γεγονότα και η δυσλειτουργία που προέκυψε στα δημοτικά θέματα του Δήμου μας κατέστησαν φανερό σε όλους την τεράστια ευθύνη της αντιπολίτευσης στα δημοτικά πεπραγμένα. Είτε είχε κάποιος ψηφίσει τον συνδυασμό του κ. Βουνάτσου είτε όχι δεν μπορεί παρά να παραδεχτεί ότι η καθυστέρηση της ψήφισης του προϋπολογισμού, για παράδειγμα, με ότι αυτό συνεπάγεται στην εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών του Δήμου, οφείλεται εν πολλοίς στις ενέργειες της αντιπολίτευσης. Φυσικά ποτέ οι ευθύνες της αντιπολίτευσης δεν απαλλάσσουν την εξουσία από τα δικά της λάθη και παραλείψεις.
Συλλογιζόμενοι επαγωγικά, απ’ το μικρό στο μεγάλο, το συμπέρασμα έρχεται αυτονόητο ότι και στην κεντρική εξουσία κάτι ανάλογο συμβαίνει. Και εκεί η αντιπολίτευση έχει το δικό της μερίδιο ευθύνης στα τεκταινόμενα της ελληνικής πολιτείας. Είχε και έχει μερίδιο ευθύνης για την κατάντια μας και την περιβόητη κρίση την οποία βιώνουμε. Η δικαιολογία ότι «εμείς δεν ασκήσαμε εξουσία» και άρα δεν έχουμε ευθύνη είναι μύθος για τους αφελείς και μπορεί γίνει δεκτή μόνο στον επιμερισμό του ποσοστού ευθύνης της κάθε πλευράς.
Ένας ακόμα μύθος της πολιτικής μας ζωής είναι ότι η τάδε παράταξη έχει κλέφτες και απατεώνες ενώ η άλλη έχει έντιμους και αγνούς πατριώτες. Αυτό γίνεται φανερό αν αφήσουμε την κεντρική εξουσία (την οποία κάποιες παρατάξεις δεν άσκησαν στην Ελλάδα) και κατεβούμε στο επίπεδο της αυτοδιοίκησης. Μήπως οι Δήμοι και οι Νομαρχίες που διοικούνταν από αριστερούς ή από δεξιούς ή από κεντρώους είχαν διαφορετικές επιδόσεις στη ρουσφετολογία, στις προσλήψεις και στη διαφθορά; Εξαιρέσεις και φωτεινά παραδείγματα υπήρξαν και υπάρχουν αλλά συνολικά κανείς δεν μπορεί να ταυτίσει καμιά δημοτική παράταξη (ιδιαίτερα αν έχει κομματική ομπρέλα) με την αξιοκρατία ή την εντιμότητα.
Τρίτος μύθος που αποκοιμίζει, όπως το παραμύθι της γιαγιάς στα τρυφερά εγγονάκια, είναι ότι φταίνε μόνο οι «300» και ότι ο λαός δε φταίει. Μπορεί να μην τα φάγαμε μαζί και εξίσου αλλά ποιος μπορούσε να κλέψει και δεν έκλεβε. Από τις ψεύτικες δηλώσεις για τις αγροτικές επιδοτήσεις και τα φακελάκια μέχρι τα μαύρα χρήματα και τις μίζες. Ίσως να σηκωθούν οι τρίχες κάποιων αναγνωστών που τις κλοπές και τις υπεξαιρέσεις της ολιγαρχίας συμψηφίζουμε τάχατες με τα πανωγραψίματα των μικροπαραγωγών. Ασφαλώς και όχι, αλλά η νοοτροπία είναι η ίδια. Λίγα μπορούσε να κλέψει κάποιος, λίγα έκλεβε. Περισσότερα μπορούσε, περισσότερα έκλεβε. Το πρόβλημα όμως δεν είναι τα λίγα που έκλεβε. Είναι ότι υποσυνείδητα αποδέχονταν την παρανομία (την ελάχιστη) για τον εαυτό του και συγχωρούσε τις πολύ μεγαλύτερες για κείνους που του επέτρεπαν να παρανομήσει.
Με τον τρόπο αυτό αμβλύνθηκαν τα αντανακλαστικά του κόσμου σε κάθε μορφής ξεχείλωμα της ελληνικής κοινωνίας. Και τις βίλες τις ανέχτηκε και τις μαιτρέσες και τις παράγκες και τους «φιλοξενούμενους» αλλοδαπούς. Όλα. Και φτάσαμε στον πάτο των μνημονίων. Και εμφανίζονται τώρα οι σωτήρες. Λογιώ λογιώ σωτήρες. Πρώτα αυτοί που κυβέρνησαν εδώ και δεκαετίες, που μας μπόλιασαν με τη νοοτροπία της αρπαχτής και της «ήσσονος» προσπάθειας, της διάλυσης του κρατικού μηχανισμού και του παραγωγικού ιστού, τώρα αφού αυτοκαθάρτηκαν, τώρα αναθεματίζουν το κακό παρελθόν και μας υπόσχονται σωτηρία. Ύστερα οι αντιπολιτευόμενοι οι οποίοι τάζουν επιστροφή στο παρελθόν, τότε που περνούσαμε καλά. Αλλά σύμφωνα μ’ αυτούς και τότε δεν περνούσαμε καλά, επομένως τώρα μας τάζουν ένα ακόμα πιο πλούσιο παρελθόν! Σύμφωνα μ’ αυτούς για το χάλι μας φταίνε οι ελάχιστοι της οικονομικής ολιγαρχίας και οι εκπρόσωποί τους στη Βουλή. Και αναρωτιόμαστε αν φύγουν αυτοί θα εξαφανιστούν τα φακελάκια, τα λαδώματα, τα ρουσφέτια, οι διπλές συντάξεις και χίλια δυο άλλα; Το ξεχείλωμα της νοοτροπίας μας, που δεν έχουν το θάρρος να το διακηρύξουν, πως θα συμμαζευτεί;
Και άιντε κάναμε ένα γιουρούσι και «κρεμάσαμε» τους τριακόσιους, και τους εξαφανίσαμε απ’ την πολιτική σκηνή. Οι άλλοι που θα ‘ρθουν ποιοι θα είναι; Μα ποιοι άλλοι παρά οι «κομματικοί», οι παρατρεχάμενοι αυτών που «κρεμάσαμε», με τα ίδια μυαλά, την ίδια νοοτροπία, τις ίδιες πρακτικές. Όπως οι κλακαδόροι του χτες με το «νάτος, νάτος ο Πρωθυπουργός»! Για να αλλάξουν τα πράγματα πρέπει να τους αλλάξουμε όλους. Όλους αυτούς που έχουν την ίδια νοοτροπία. Μα αυτή η νοοτροπία είναι αυτή που μας βόλεψε και μας βολεύει κι εμάς τους πολίτες. Γι αυτό τους «τιμούμε» με τη ψήφο μας. Γιατί περιμένουμε το αντάλλαγμα.
Για να τους «αλλάξουμε λοιπόν όλους» πρέπει πρώτα να καταφέρουμε να αλλάξουμε τον εαυτό μας. Κι αυτό είναι το πιο δύσκολο. Και γίνεται ολοφάνερο σε πάρα πολλές περιπτώσεις μια απ’ τις οποίες- η πιο απλοϊκή- είναι όταν σήμερα προσπαθούμε με κολακείες και αντιδεοντολογικά να εξασφαλίσουμε ένα μηχάνημα, να φτιάξουμε το δρόμο, να πάμε στο χωράφι μας! Έτσι μας κατάντησαν, κάπου βολευτήκαμε και είναι δύσκολο να ξεκολλήσουμε.