8. Περί μπακαλιάρου
1949(;) και ο δεύτερος εθνικός διχασμός στο κατακόρυφό του, μαζί και ο πιο ακραίος φανατισμός. Ο χωριανός μας Κ.Ν. ‘εθνικόφρων’ όσο δεν παίρνει άλλο, βγαίνει για ψώνια σε μπακάλικο, του ομόφρονά του βεβαίως Ν.Μ. ( Το :Ου συγχρώνται Ιουδαίοι-Σαμαρείτες: ίσχυε στο απόλυτο- χωριστά ήταν και τα καφενεία ακόμη). Τα προσφερόμενα είδη μπακαλικής, πολύ περιορισμένα Όμως ο πελάτης μας βλέπει για πρώτη φορά πως υπάρχει σήμερα και μπακαλιάρος εξαιρετικής μάλιστα ποιότητας, πράγμα για το οποίο εκφράζει το θαυμασμό του και βέβαια ζητάει ν’ αγοράσει από το φίλο μπακάλη, μισή ‘πλάκα’. Όσο ο μπακάλης ασχολείται με το κόψιμο, ζύγισμα και τύλιγμα του ποιοτικού μπακαλιάρου, ο αγοραστής δεν παύει να του πλέκει εγκώμια. Όταν κάποτε τον παραλαμβάνει, τον πληρώνει και κάνει να φύγει, ο φίλος μπακάλης τον ρωτά γιατί εκφράζει τόσο θαυμασμό για την ποιότητα του μπακαλιάρου αφού πρέπει να θυμάται από προπολεμικά ότι ο ρωσικός μπακαλιάρος ξεχώριζε σαφώς από το νορβηγικό και κάθε άλλον. .Εκρήγνυται ο αγοραστής -Τιιιιιιιι;! Ρώσικος και δε μου το λες; του φωνάζει ενώ κοκκινίζει το πρόσωπο και το φαλακρό του κεφάλι μαζί, πετώντας το δέμα στον πάγκο! – Συγνώμη, του λέει ο φίλος μπακάλης, δεν θα στο έλεγα καθόλου, θα σ’ άφηνα να τον φας, να τον ευχαριστηθείς και να ξαναπάρεις …αλλά μόλις τώρα σκέφτηκα, πως αν το μάθαινες αργότερα πως είχες δηλητηριαστεί με το κόκκινο μικρόβιο… δεν ξέρω τι θα τραβούσα ….τι κατάρες θ’ άκουγα!