Για την αυριανή ημέρα!
Κάποτε ήμουνα δεκάξι!
Χαμογέλα
Πώς να ξεχάσω το μικρό μου γειτονάκι
στο σπίτι μέσ’ τις καλαμιές;
Εκεί στο νησί, στην παραλία.
Το σαντούρι που συνόδευε
το πρωινό τραγούδι της;
Το λυγερό κορμάκι;
Τα μάτια τα λαμπερά;
Το όμορφο πρόσωπο;
Το γάργαρο γέλιο;
Το δέρμα το ηλιοκαμένο;
Τα πόδια που πετούσαν
στην πίστα του χορού;
Το κέφι και την λαχτάρα για ζωή;
Την λαχτάρα για την αγάπη;
Έφυγε το καλοκαίρι και μαζί του το αγόρι
που της πήρε τα φιλιά της.
Έφυγε για την πολιτεία.
Μαζί και ο πρώτος έρωτας.
Μαζί και η πρώτη αγάπη.
Κι ούτε ένα μήνυμα.
Τώρα η αίσθηση της λησμοσύνης
τα σκεπάζει όλα με θλίψη.
Η φωτεινή αύρα θόλωσε γύρω της.
Βουβάθηκε το σαντούρι.
Και ο καθρέφτης κάθε μέρα να της λέει:
Δεν είσαι η ομορφότερη.
Δεν είσαι πια η αγαπημένη..
Άλλες γεύονται τα φιλιά του.
Και ο καιρός περνάει…
Κι ούτε ένα μήνυμα.
Χειμώνιασε.
Και σήμερα, του Αγίου Βαλεντίνου.
Τ’ Αγιού τού έρωτα και της αγάπης.
Πού νά ‘ναι;
Με ποια νά ‘ναι;
Βλέμμα σκοτεινιασμένο.
Δάκρυα κυλούν στα χλωμά μάγουλα.
Κρατά σφιχτά στη χούφτα της
το κοχυλάκι που της χάρισε.
Το μόνο που της έμεινε από κείνον.
Σήκω νύψου κοριτσάκι.
Το σαντούρι περιμένει.
Θε νά’ ρθουν κι άλλοι έρωτες.
Θε νά’ ρθουν κι άλλα καλοκαίρια.
Μόλις μπήκες στα δεκάξι.
Χαμογέλα.





