Εκεί στην αρχή του Αυγούστου, λίγοι καλοί φίλοι αποφάσισαν να πάνε εκδρομή στον Άγιο Φωκά. Όχι στο εκκλησάκι αλλά στην παραλία με τα βράχια , εκεί δεξιά , λίγο πριν φτάσεις στην ταβέρνα. Αφορμή ήταν οι αναμνήσεις, τότε που όλοι μικροί και αργότερα έφηβοι είχαμε περάσει πολλές ώρες σε αυτά τα μέρη. Τότε που η τηλεόραση και το internet δεν γέμιζαν τις ελεύθερες ώρες των παιδιών , τότε που ο ήχος της θάλασσας γαλουχούσε γενιές και έχτιζε όνειρα. Κάποιοι θυμήθηκαν τους εφηβικούς τους έρωτες, κάποιοι άλλοι λίγο μεγαλύτεροι θυμήθηκαν εκείνα τα χρόνια που ένας μπόγος φορτωμένος στο γάιδαρο είχε μέσα όλα όσα χρειάζονταν η οικογένεια για διακοπές στην θάλασσα, να κάνουν τα παιδιά μπάνια για να είναι γερά το χειμώνα , να μην αρρωσταίνουν. Μία κατσαρόλα, τέσσερα πιάτα, τέσσερα πιρούνια, το βρυσάκι, το φανάρι και η λάμπα πετρελαίου ήταν όλη η περιουσία. Τη φρίτσα για την σκιά την έφτιαχνε ο πατέρας από κλαδιά πεύκου, η τουαλέτα δύο μακρόστενα ξύλα δεξιά και αριστερά μέσα στα σκίνα και έτοιμο το εξοχικό. Με τόσο λίγα πράγματα οι αναμνήσεις πολλές και ευτυχισμένες γιατί τούτος ο βλογημένος τόπος , για όσους είχαμε την τύχη να τον περπατήσουμε μικροί, τότε που τα γεγονότα χαράζονται στην μνήμη για πάντα, σε κάνει να τον αναπολείς συχνά.
Όλα είχαν σχεδιαστεί με λεπτομέρεια. Η Ειρήνη έφερε το γκαζάκι, το μπρίκι , το καφέ και την ζάχαρη για το ελληνικό καφεδάκι μετά την πρώτη βουτιά, ο Στρατής το καρπούζι και το πεπόνι, τα έβαλε στην θάλασσα από την πρώτη στιγμή για να διατηρηθούν δροσερά, η Ρούλα το τυρί και την καρυδόπιτα , η Θεανώ τα σπιτικά κουλουράκια ( όλοι τα εκθείαζαν για την νοστιμιά τους, πριν ακόμη τα δοκιμάσουν) και το χειροποίητο ψωμί. Οι νεαροί και τα παιδιά της παρέας το κέφι και τις φωνές, συνολικά 17 άτομα. Στην αρχή κολυμπήσαμε στην θάλασσα, το ανάγλυφο του βυθού θύμιζε ντοκιμαντέρ του Κουστώ, λόφοι και βράχια κάτω από την θάλασσα, πολύχρωμα ψάρια, σφουγγάρια, αχινοί. Στη συνέχεια με το καφεδάκι μας απολαύσαμε το ηλιοβασίλεμα που από αυτό το σημείο ήταν μοναδικό, ο ουρανός έγινε πινάκας ζωγραφικής με όλες τις αποχρώσεις του πορτοκαλί, του μωβ και του κίτρινου. Αμέσως μετά από την απέναντι μεριά έσκασε μύτη πίσω από το βουνό το ολόγιομο φεγγάρι ( ήταν μια μέρα πριν την πανσέληνο) τεράστιο με ένα στεφάνι λευκό φως γύρο του. Μείναμε εκεί ως αργά, ανάψαμε και φωτιά για να καθαρίσουμε το τόπο από τα ξερά ξύλα. Όλοι φύγαμε με την ευχή «να το ξανακάνουμε παιδία και του χρόνου».
Μαρία Ανδρονή ( Μια χωριανή)
(Καλοκαίρι 2012)