Από τη νύμφη Βρίσα ονομάστηκε η Βρισηίς του Ομήρου
Σημειώνοντας ότι η σεισμόπληκτη Βρίσα δυστυχώς δεν έτυχε της απαραίτητης μέριμνας από τον κρατικό μηχανισμό μετά τον καταστρεπτικό σεισμό της 12ης Ιουνίου 2017 παραθέτω σε αντιδιαστολή τις παρακάτω καταγραφές για την απαράμιλλη ιστορική της αξία.
Η Βρίσα υπήρχε εκεί από τα πανάρχαια χρόνια και το σημερινό χωριό Βρίσα αποτελεί ένα παράδειγμα ιστορικής συνέχειας.
Ανατολικά της εισόδου του Κόλπου της Καλλονής και μάλιστα στην «Άκρα Βρίσα», στο ακρωτήρι του Αγίου Φωκά, στην αρχή της φανταστικής αμμουδερής παραλίας των εννέα χιλιομέτρων του ωραιότατου παραθαλάσσιου θερέτρου των Βατερών, ο πρώτος οικιστής της Λέσβου ο βασιλιάς Μάκαρ ίδρυσε το ναό του Διόνυσου.
Ο Διόνυσος αποκαλείται και «Βρησαγενής» όπως προκύπτει από την επιγραφή, που είδε ο Γερμανός αρχαιολόγος Robert Koldewey πάνω σε αφιερωματικό κιονίσκο στο ναό στην εικονιζόμενη από εκείνον Άκρα Βρίσα το 1890.
Ο τελευταίος αρχαίος ναός του Διονύσου ανήκει στον 1ο π.Χ. αιώνα και είναι δωρικού ρυθμού. Τα λείψανά του σώθηκαν ως σήμερα στο ακρωτήρι του Αγίου Φωκά, στην «Άκρα Βρίσα», και είχε ονομασθεί «Διόνυσος Βρισαίος» από τη Νύμφη Βρίσα, την τροφό του Διόνυσου.
Ο Σχολιαστής του έργου «The Satires» του Λατίνου Persius (34-62 μ.Χ.) βασιζόμενος σε μια φράση του κεφαλαίου «Satire I» του Persius, σημειώνει ότι: «Μία Νύμφη με το όνομα Βρίσα είχε εκθρέψει τον Διόνυσο».
Στο Βυζαντινό «Μέγα Ετυμολογικό Λεξικό» του 11ου αιώνα μ.Χ., σημειώνεται ότι «Οι Νύμφες οι αποκαλούμενες με το όνομα Βρίσαι ή βλίσαι από την τροπή του λ σε ρ· δίδαξαν στον Αρισταίο, στον γιο του Απόλλωνα και της Κυρήνης, την μελισσουργία ή από το βρύειν, το άνθισμα της ελιάς, της οποίας και αυτή την εργασία διά της αμβροσίας υπέδειξαν οι νύμφες Βρίσαι στον Αρισταίο· ή από του βρίξαι όταν κατακοίμισαν και καταβαυκάλισαν αυτόν, τότε που τον ανέθρευαν».
Ο κορυφαίος Γερμανός κλασικός φιλόλογος Ulrich Wilamowitz υποστήριξε ότι ο Βρισεύς, που ήταν ιερέας της Λυρνησσού της Μυσίας της Μικράς Ασίας και η κόρη του Βρισηίδα καταγόταν από την Άκρα Βρίσα της Λέσβου.
Η Βρισηίς της Βρίσας Λέσβου, ήταν η ωραιότερη κατά τον Όμηρο από τις κόρες, τις αιχμάλωτες του Αχιλλέα, εκείνες τις «Λεσβίδες τις άξιες σε έργα λαμπρά, τις οποίες, όταν την καλοχτισμένη Λέσβο πόρθησε αυτός, είχε διαλέξει επειδή νικούσαν το γένος των γυναικών στο κάλλος».
Την Βρισηίδα υμνεί απλόχερα ο Ποιητής Όμηρος για την ομορφιά της. Από τις δέκα ονομαστικές καταγραφές της Βρισηίδας στην Ιλιάδα, σε μία καταγράφεται ως «ικέλη χρυσέη Αφροδίτη» (όμοια της χρυσής Αφροδίτης), σε πέντε ως «Βρισηίδα καλλιπάρηος» (Βρισηίδα με τις ωραίες παρειές) και στις υπόλοιπες τέσσερις ως «Βρισηίδα κούρη» (κόρη).
Στο «Μέγα Ετυμολογικό Λεξικό» καταγράφεται και το λήμμα: «“Βρίσαι”, το επερχόμενο βάρος». Το επερχόμενο βάρος, δικαιολογείται από την απαράμιλλη ομορφιά της Βρισηίδος η οποία, σύμφωνα με το ομηρικό ρήμα «βαρέω-βαρώ», που ως σύνθετο «παραβαρώ» διασώζεται μέχρι σήμερα στη Λέσβο, με την ίδια έννοια της επαχθούς πίεσης σε κάποιον, η Βρισηίς παραβαρεί λόγω του κάλλους της όλες τις γυναίκες!
Επίσης το επερχόμενο βάρος, κατανοείται από την πίεση που άθελά της προκάλεσε στους Έλληνες η κόρη του Βρισέως, η Βρισηίς, όταν ο Αχιλλέας αποφάσισε να απέχει από τις μάχες του Τρωικού πολέμου, τότε που ο βασιλιάς Αγαμέμνονας υποχρεωμένος από την θανατηφόρο για τους Αχαιούς οργή του Απόλλωνα, που εκδηλώθηκε με την πανώλη των ποντικιών, αναγκάσθηκε να επιστρέψει την αιχμάλωτή του, την Χρυσηίδα, στον πατέρα της Χρύση, τον ιερέα του Απόλλωνα, αλλά συγχρόνως ο υπερόπτης βασιλιάς των Μυκηνών και αρχιστράτηγος των Ελλήνων, αποφάσισε να πάρει ως αντάλλαγμα την αιχμάλωτη του θεϊκού ήρωα Αχιλλέα, την πρώτη εξαδέλφη της Χρυσηίδας, την όμορφη σαν την θεά Αφροδίτη, την Βρισηίδα, την κόρη του Βρισέως, του ιερέα του Βρισαίου Διόνυσου στην Άκρα Βρίσα της Λέσβου!