Από την Τέσση Χατζόγλου
1. Άλλαξα και ζω
Τα βήματα μου πια δεν τα μετρώ
Στο τεντωμένο μου σχοινί τα χέρια ανοίγω
Το αν μ αγαπάνε πια δεν το ζυγίζω
Φτάνει ακόμα να μπορώ να αγαπώ
Απ την παρέλαση τα βήματα μου παίρνω
Τα εμβατήρια τους δεν με αφοράν
Ζέστη και κρύο αναγνωρίζει η καρδιά
Μες στο κασκόλ μου τραμπαλίζομαι και φεύγω
Άλλαξα και ζω
Μακριά απ’ αριθμούς Ψυχρούς λογαριασμούς
Πετώ και ανασαίνω
Γελάω κι αγαπώ Παίζω και λαχταρώ
μονάχα δίχως έρωτα πεθαίνω
Τα βήματα μου πια δεν τα μετρώ
Όσα περάσανε μου φέρνουν μόνο πλήξη
Ζωής μαθήματα σε σύννεφα από θλίψη
Δεν ειν ζωή αν την τσουλάς με το στανιό
Άλλαξα και ζω
Μακριά απ’ αριθμούς Ψυχρούς λογαριασμούς
Πετώ και ανασαίνω
Γελάω κι αγαπώ Παίζω και λαχταρώ
στο λέω
μονάχα δίχως έρωτα πεθαίνω.
2. Μια παράφυση συνταγή
Ποιος είμ’ εγώ ρωτώ
και την ταυτότητα κοιτώ.
Δεν είμ’ εγώ, δεν μ αναγνωρίζω.
Βουρτσίζω τα ξανθά μαλλιά
και κατεβαίνω τα σκαλιά.
Στο παρασκήνιο ανθίζω.
Τραγούδι θλιμμένο
για τη ζωή που περιμένω
κι όμως δε λέει να φανεί.
Εγχώριο, μα ξένο,
Φρούτο με λες μεταλλαγμένο.
μια παρα.. φύση συνταγή.
Ποιος είμ εγώ, ρωτώ
και τον καθρέφτη μου κοιτώ.
Κι αυτός απάντηση δεν έχει.
Φοράω κόκκινο κραγιόν
βάζω το μαύρο μου καλσόν.
Σε ποιον κορσέ η υπάρξή μου να χωρέσει..
Τραγούδι θλιμμένο
για τη ζωή που περιμένω
κι όμως δε λέει να φανεί
Εγχώριο, μα ξένο,
Φρούτο με λες μεταλλαγμένο.
μια παρα φύση συνταγή
Ποιος είμ’ εγώ ρωτώ
γουστάρω και με αγαπώ.
μ’ άρβυλο ροζ και παραλλαγής φουστάνια.
Της φύσης μου οι νάρθηκες
είναι αυτόπτες μάρτυρες
Πώς έφτυσα (σιγά σιγά) της μάνας μου το γάλα.
3. Σχισμένο καρό
Σε μια τράπουλα φθαρμένη απ’ τον καιρό
την τύχη παίζεις στο σχισμένο της καρό
κι αυτή κουράστηκε, τα βρίσκει όλα μπαστούνια.
Παντού ρηγάδες γύρω να συνωμοτούν
σαν τους ραγιάδες στο ποτήρι θα σε πιούν
τ όνειρά σου γευονται με ασημιά πιρούνια
Στημένες τράπουλες, πιο πέρα ερπετά
πως καταφέρνουν κι ανεβαίνουν τα σκαλιά
έχουνε γλώσσα πιο μακριά κι από τα πόδια
Του Δον Κιχώτη έχουν ασπρίσει τα μαλλιά
τη Δουλτσινέα έχει ακόμα στην καρδιά
στον καναπέ του έχει αράξει εδώ και χρόνια.
κι εσύ μου λες Έτσι είν φίλε η ζωή
γι άλλους παράδεισος και γι άλλους φυλακή
μα δε μπορεί κάποια στιγμή θα μου γυρίσει..
Μια ντάμα μαυρομάλλα σου γελά
ξεχνάς για λίγο το παιχνίδι και ζητάς
να ξαποστάσεις στο σταρένιο το κορμί της
Κι εκεί που νιώθεις την αγάπη ν ακουμπάς
και το παιχνίδι προς τα σένα πως γυρνάει
βρίσκεις σκουλήκια στο παθιάρικο φιλί της
κι εσύ μου λες Μα έτσι ειν φίλε η ζωή
μία παρτιδα που δε ξερεις που θα βγει
Μα δε μπορεί κάποια στιγμή θα μου γυρίσει..
Μια τράπουλα στα χέρια παλιακή
παιχνίδι που δεν μοιάζει με ξερή
ετοιμάζεσαι πάλι για να παίξεις
Αλλάζει χέρια και τραπέζια τακτικά
μυρίζει μπλόφα όταν παίζεις τον παπά
πάσο δεν κάνεις στα λαμόγια κ’ όσο αντέξεις.