Μια επιχείρηση, πολλές ζωές!

(Φωτογραφικό υλικό Νίκος Κόντος)

Πριν λίγες μέρες είχαμε αναφερθεί στην αλλαγή σκυτάλης στην πιο παλιά εμπορική επιχείρηση του χωριού μας «του παντοπωλείου Γεωργέλλη»
Μια ιστορική αναδρομή στην επιχείρηση αυτή είναι συγχρόνως και ιστορική καταγραφή της οικονομικής και κοινωνικής ζωής του χωριού μας.DSC_0392a

Το καφενείο
Πριν το 1879 στο χώρο όπου βρίσκεται σήμερα το κατάστημα υπήρχε ένα μικρό πλινθόκτιστο κτίσμα το οποίο ο (προπάππος του Παναγιώτη Γεωργέλλη) Ιωάννης Ευστρατίου Γεωργέλλης λειτουργούσε ως καφενείο. Στο ίδιο χώρο, παράπλευρα σε άλλο κτίσμα είχε το φαρμακείο του ο Στρατής Νικολαΐδης, αδελφός του γιατρού και προέδρου της Κοινότητας Νικολαΐδη.
Το 1879 το κτίσμα ανακαινίζεται και το καφενείο περνάει στα χέρια του γιου του Ιωάννη, Στρατή Γεωργέλλη. Τα χρόνια περνούν και οι δυο γιοι του, Γιάννης και Γιώργος, που υπηρετούν για πολλά χρόνια στον ελληνικό στρατό, επιστρέφουν με την κατάρρευση του μετώπου στη Μικρασία, το 1922 στο χωριό. DSC_0391aΤο μέλλον τους φαίνεται ότι θα είναι το πατρικό καφενείο, το οποίο λειτουργεί για 45 περίπου χρόνια ο πατέρας τους. Παράλληλα βέβαια σε μικρή απόσταση λειτουργούσε και το χάνι (στο βάθος του στενού)
Αποφασίζουν να χτίσουν ένα καινούριο και σύγχρονο κτίριο. Το καφενείο μεταστεγάζεται προσωρινά σε ένα τμήμα του απέναντι κτιρίου (ιδιοκτησίας σήμερα Γ. Βερβάτη) και αρχίζουν οι εργασίες. Όλοι οι καλοί χτίστες της εποχής συνεργάζονται στο χτίσιμο του ισογείου (Λάσκαρης, Τσαγκαρής, Τσαμουράδεςκ.λ.π.) Το κτίριο χτίζεται με την προοπτική να αποκτήσει και όροφο και αποφασίζεται η στέγη του να είναι τσιμεντόπλακα. Επειδή οι ντόπιοι μάστορες δεν είχαν εμπειρία από τέτοιες κατασκευές προσκαλείται ένας μάστορας απ’ τη Θερμή. Αυτός όταν είδε το έργο έθεσε το πρόβλημα της ξυλείας που χρειάζονταν για το καλούπωμα της πλάκας με δεδομένο το μεγάλο ύψος του κτιρίου.
DSC_0382aΤότε πήραν μπροστά τα τσεκούρια και τα πριόνια των ξυλοκόπων του χωριού (Παπαγιάννηδες) οι οποίοι επέλεγαν πεύκα λεπτά, ίσια και ψηλά τα οποία έβρισκαν μέσα σε χαράδρες και λαγκαδιές . Η απαιτούμενη ξυλεία ετοιμάστηκε σχετικά γρήγορα και το έργο της κατασκευής της πρώτης και μεγάλης τσιμεντόπλακας στο χωριό έγινε πραγματικότητα με εισαγόμενα από τη Γαλλία τσιμέντα.
Συνεχίστηκαν οι υπόλοιπες εργασίες από τους μαραγκούς (αρχιμάστορας ο ΓιDSC_0390aώργος Σκιάς) και προγραμματίστηκαν τα εγκαίνια του καινούριου καφενείου για την Πρωτοχρονιά του 1929. Λίγους μήνες πριν περαστικός με κάρο γεμάτο ούζα ο Ισίδωρος Αρβανίτης, προερχόμενος από το Πλωμάρι και με προορισμό τον Πολιχνίτο, πληροφορήθηκε ότι επρόκειτο να ανοίξει καφενείο. Να σημειώσουμε ότι τότε οι εμπορικές συναλλαγές ανάμεσα στην περιοχή μας και στο Πλωμάρι γινόταν από τη θάλασσα μέχρι τα Βατερά και στη συνέχεια με τα κάρα απ’ τον παλιό (εσωτερικό) δρόμο των Βατερών. Τις παραμονές της Πρωτοχρονιάς του 1929 ο Αρβανίτης έστειλε ένα κάρο με ούζα διάφορων μεγεθών και μια κάρτα με ευχές και την υποσημείωση «Πληρώνετε όποτε μπορέσετε». Ήταν η καλύτερη τονωτική ένεση στους νέους επιχειρηματίες που βρίσκονταν εξαιρετικά πιεσμένοι από το άγχος και τις υποχρεώσεις του δανεισμού για το μεγαλεπίβολο έργο που υλοποιούσαν.
Το καφενείο –και ως καινούριο- συγκέντρωνε καθημερινά πολύ κόσμο και σε κάθε τραπέζι φιγουράριζε φυσικά και το καραφάκι με την ετικέτα του Ισίδωρου Αρβανίτη! Παράλληλα άρχισε και η οικοδόμηση του ορόφου το οποίο αποφασίστηκε να γίνει ξενοδοχείο (και το οποίο λειτουργούσε μέχρι τα τελευταία χρόνια)
DSC_0384aΤη χρονιά που εγκαινιάστηκε το ξενοδοχείο (1936) έτυχε να περάσει απ’ το χωριό ο τότε διάδοχος και μετέπειτα βασιλιάς Παύλος. Οι κοινοτικοί άρχοντες αποφάσισαν και οδήγησαν το διάδοχο στο καινούριο απόκτημα του χωριού, το μπαλκόνι του ξενοδοχείου, για να χαιρετίσει τα πλήθη. Ο δρόμος σε όλο του το μήκος μπροστά στο ξενοδοχείο ήταν στρωμένος με φύλλα από σχοίνους. Το καινούριο κτίσμα και το μεγάλο πλήθος του κόσμου εντυπωσίασαν τον «υψηλό επισκέπτη» (Σημ. Οι τοπικοί άρχοντες για να εντυπωσιάσουν τον επισκέπτη τους τον οδήγησαν και στο νεότευκτο Μνημείο των πεσόντων –απ’ τα πρώτα στο νησί- στο οποίο έστησαν πρόχειρα στο χώμα πευκάκια για να δείξουν ότι ο χώρος είχε τάχατες δεντροφυτευτεί).
Στο ξενοδοχείο αυτό κατέλυαν πολλοί επώνυμοι Μυτιληνιοί κυνηγοί (όπως οι Βοστάνηδες) που κατέφθαναν μαζικά στην περιοχή μας για το κυνήγι του ορτυκιού.
Όταν κηρύχτηκε ο πόλεμος του σαράντα οι επίστρατοι έφευγαν με ένα μικρό φορτηγό (των Πολυχρόνη, Μαργαρίτη) για τον Πολιχνίτο και απ’ το μπαλκόνι του ξενοδοχείου τους αποχαιρέτισαν ρίχνοντας κούτες με τσιγάρα και γλυκά.
Κατά τη διάρκεια της κατοχής στο καφενείο υπήρχε το δεύτερο ραδιόφωνο του χωριού (το πρώτο βρίσκονταν στο καφενείο της «Λέσχης») το οποίο στη συνέχεια κατασχέθηκε από τους Γερμανούς και χάθηκε.

Το Παντοπωλείο

Την περίοδο της κατοχής τα αδέλφια Γεωργέλλη είχαν ενεργοποιηθεί (όπως αρκετοί άλλοι στο χωριό) μεDSC_0381a το εμπόριο του λαδιού στην Αμμουλιανή. Έτσι το 1945, μετά την απελευθέρωση, το καφενείο έκλεισε και στη θέση του άνοιξε το εμπορικό κατάστημα των αδελφών Γεωργέλλη το οποίο διεύθυναν μέχρι το 1964.
Τότε το κατάστημα το ανέλαβε ο γιός του Γιάννη, Πάνος Γεωργέλλης, ο οποίος επεξέτεινε τις δραστηριότητες του και  εμπλούτισε τα είδη που διακινούσε. Ύστερα από 30 χρόνια (1994) το κατάστημα άλλαξε -στα χαρτιά- αφεντικό μεταβιβαζόμενο στη σύζυγο του Πάνου, Κατίνα Αναγνώστου –Γεωργέλλη ενώ στην ουσία το διαχειρίζονταν η κόρη τους Μαρία.
Με το κλείσιμο εικοσαετίας (1994-2014) την επιχείρηση ανέλαβε ο γιος της Μαρίας, Στάθης Κολλιόπουλος.
Μακάρι όλες οι επιχειρήσεις του χωριού μας να μακροημερεύουν, να ανανεώνονται και να συνεχίζουν.

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Δημοσιεύθηκε στην Οικονομική ζωή, Ψηφίδες Ιστορίας. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.