Οι ψηφίδες συνενώνονται!

Μέσα απ’ τη σελίδα μας και μέσα απ’ τις σελίδες του Αντίλαλου παραθέτουμε διάφορες ιστορίες -ψηφίδες τις χαρακτηρίζουμε- που αφορούν το χωριό μας και τους ανθρώπους του, παρμένες είτε από βιβλιογραφικές πηγές είτε από διηγήσεις χωριανών μας.

Στο τελευταίο τεύχος του Αντίλαλου αναδημοσιεύεται ένα κείμενο που δημοσιεύσαμε στη σελίδα στις 6 Νοεμβρίου 2016 με τίτλο “ιστορίες της κατοχής” ένα απόσπασμα απ’ το οποίο παραθέτουμε:

Ο Πολιχνιάτης, πρώην αντιδήμαρχος, συγγραφέας και ερευνητής της τοπικής ιστορίας με ένα πολύ αξιόλογο αρχείο, Στρατής Πάντας, μας έδωσε ένα αντίγραφο της παρακάτω ληξιαρχικής πράξης θανάτου.

scan_pic0035

Αφορά το θάνατο του ενωμοτάρχη Κώστα Τασόπουλου με καταγωγή από την Κυπαρισσία που υπηρετούσε ως αστυνόμος στα Βασιλικά. Αιτία θανάτου: φόνος!

Ρωτήσαμε τον Δημήτρη Περρή και τον Αντώνη Φωτεινό και μας εξιστόρησαν το συμβάν (και όχι μόνο αυτό).

Κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της κατοχής (1941) διαπιστώθηκε κλοπή μεγάλης ποσότητας δυναμίτιδας από τα μεταλλεία λευκόλιθου των Βασιλικών. Όπως ήταν φυσικό άρχισαν οι έρευνες της αστυνομίας για τον εντοπισμό των δραστών και μέσα στους πρώτους υπόπτους ήταν οι τορπιλατζήδες. Ο αστυνόμος λοιπόν με δυο χωροφύλακες έφτασαν και στον άγιο Φωκά που ήξεραν ότι γινόταν πολύ συχνά χρήση δυναμίτιδας από τους ψαράδες.

Εκεί στις 24 Ιουνίου βρήκαν δυο πλωμαρίτικες βάρκες. Στη μια επέβαιναν   τρία αδέλφια και στην άλλη ο τέταρτος αδελφός με τον γαμπρό τους. Ο  αστυνόμος ανέβηκε πάνω στη μια αλλά οι βαρκάρηδες, που πιθανόν είχαν δυναμίτη στη βάρκα τους,  έλυσαν αμέσως τις βάρκες και ανοίχτηκαν παίρνοντας μαζί τους τον ενωμοτάρχη. Οι χωροφύλακες απ’ τη ακτή πυροβόλησαν και σκότωσαν τον έναν απ’ τ’ αδέλφια. Οι άλλοι εξαγριώθηκαν και χτυπώντας σκότωσαν τον ενωμοτάρχη και συνέχεια τον έριξαν στη θάλασσα η οποία τον ξέβρασε στην παραλία, όπου τον βρήκαν.  Οι πλωμαρίτες στη συνέχεια έφυγαν . Οι δυο με το νεκρό αδελφό τους πήγαν στο Πλωμάρι όπου συνελήφθηκαν και φυλακίστηκαν μέχρι την απελευθέρωση ενώ οι άλλοι δυο έφυγαν από  το νησί και μετεγκαταστάθηκαν στο Πόρτο Λάγος.”

Στο τεύχος του Αντίλαλου της άνοιξης του 2011 είχαμε δημοσιεύσει ένα άλλο κείμενο με τον τίτλο “παρ’ ολίγο ήρωες” από αφήγηση του αείμνηστου Στέλιου Μανώλα για την προσπάθεια που έκανε μια ομάδα χωριανών μας να φύγουν το 1941 στη Μέση Ανατολή.  Το παραθέτουμε:

“Κατοχή και η ζωή δύσκολη. Όχι μόνο δύσκολη αλλά και χωρίς προοπτική. Πείνα εμείς δεν νοιώσαμε. Τα βολεύαμε αρκετά καλά για το φαγητό μας. Αλλά από κει και μετά τίποτα. Καταχνιά. Στο μεταξύ όλο και πλήθαιναν οι πληροφορίες ότι πολλοί από διάφορα μέρη του νησιού αλλά και της υπόλοιπης Ελλάδας περνούσαν απέναντι στα μικρασιατικά παράλια και από κει πήγαιναν στη Μέση Ανατολή αλλά και αλλού. Νέοι ήμασταν, «παλαβάδα»  είχαμε, το πήραμε κι εμείς απόφαση: Να φύγουμε!!!

                Μυστικά, συνωμοτικά θα έλεγα, συμφωνήσαμε για τη μέρα της αναχώρησης. Αυτή θα γινόταν από τον Άγιο Φωκά με το καΐκι του Φωτεινού κατά τις 2.30 μετά το μεσημέρι, ώστε νύχτα να φτάσουμε απέναντι, στο Καράπουρνο, σε ένα φανάρι. Οι δικοί μας, η οικογένεια, το ήξεραν και δεν το ήξεραν. Εγώ με τους δικούς μου θερίζαμε στο Χριστό και μετά το μεσημεριανό φαγητό, πήγα τάχατες σε ένα παρακείμενο πεύκο για να ξαπλώσω και να ξεκουραστώ.

                Το πότε θα φεύγαμε δεν το ξέραμε ούτε εμείς και ανέλαβε ο αγροφύλακας Γιάννης Ζερβός να ειδοποιήσει και άλλους στα Πριβόλια για την ώρα της αναχώρησης. Αρχηγός, τρόπο τινά, ήταν ο Θεοχάρης Λαμπρινός, αξιωματικός της σχολής Ευελπίδων, που έκανε και τις συνεννοήσεις με το Φωτεινό.

                Στο ακρωτήρι του άγιου Φωκά μαζευτήκαμε αρκετοί. Θυμάμαι εκτός απ’ τον Λαμπρινό, το Γιάννη Καλπακτσή, το Στρατή Σκιά, τον Κωστή Παπαδόπουλο, το Θοδωρή Καπτανή, το Γιώργο Λαμπρινίδη,  το Θοδωρή Σιγιώργη, τον Ηρακλή Πετρά.  Το αεράκι ήταν δυτικό και φυσούσε πρίμα στα πανιά. Από κοντά και τα κουπιά βέβαια. Νύχτωσε για τα καλά όταν φτάσαμε στο Φάρο του Καράπουρνου, στο πιο κοντινό στα Βατερά σημείο των απέναντι παραλίων. Ξεμπαρκάραμε και το καΐκι πήρε το δρόμο του γυρισμού πριν ξημερώσει. Μόνο που μέσα στη βιασύνη και κάτω απ’ την πίεση που δημιουργούσε το άγνωστο που θα συναντούσαμε, ο Γιώργος Λαμπρινίδης ξέχασε τα παπούτσια του μέσα στο καΐκι και ξέμεινε ξυπόλητος. Ευτυχώς όμως εξακολουθούσε να έχει μαζί του  το σακούλι με τις λίρες της μάνας του, που είχε πάρει για να ταξίδευε στην Αμερική, όπου είχε ένα μπάρμπα.

                Περιμέναμε να ξημερώσει. Προχωρήσαμε λίγο και οι πρωινοί τούρκοι τσομπάνηδες, που πρωτοσυναντήσαμε, μας υποδέχτηκαν με το «Γκελ Μπουρντά». Μας οδήγησαν στο Γενί Λιμάνι, όπου μας παρέλαβαν οι Εγγλέζοι. Τα προξενεία της Αγγλίας στην Τουρκία είχαν αναλάβει τη διεκπεραίωση όλων των εθελοντών προς τη Μέση Ανατολή. Μας έδωσαν να φάμε ψωμί και ελιές, μας έδωσαν από 100 γρόσια και με καΐκι μας μετέφεραν στη Σμύρνη. Εκεί μείναμε 5-6 μέρες. Πρώτη μας φορά πήγαμε στη Σμύρνη. Κοιμόμασταν στο ξέφωτο κοντά στο λιμάνι με σκεπάσματα τα αντίσκηνα, και ψωνίζαμε «εκμέκ» και «πεινίρ» (ψωμί και τυρί) από το μπακάλικο ενός Μολυβιάτη (από τη Μήθυμνα), που είχε μπακάλικο στη Σμύρνη. Τακτικές επισκέψεις είχαμε από τον Ζαφείρη Γραγουδά, που έχοντας φύγει πριν από μας –μαζί με έναν άλλο – με βάρκα, ήταν πια παλιοσειρά!

                Οι μέρες περνούσαν περιμένοντας την ειδοποίηση για να ξεκινήσουμε προς τα κάτω. «Κοπροσκυλιάζαμε» και πειραζόμασταν. Θυμάμαι έλεγα στο Στρατή Σκιά ότι ερχόταν ο αδερφός του ο Παναγιώτης για να τον δει, και αυτός με ανταπέδιδε με την απειλή «Ε! ρε κερατά Μανώλα, θα σε παραδώσω στους Γερμανούς» Δυστυχώς όμως η Τουρκία ήρθε σε συμφωνία με τους Γερμανούς και δεν επέτρεπε πια τη διακίνηση εθελοντών απ’ το έδαφός της  προς τη Μέση Ανατολή. Έτσι τούρκοι στρατιώτες με τα πιστόλια στα χέρια μας οδήγησαν σε ένα καΐκι, που θα ‘φευγε για την Ελλάδα. Μόνο ο Θεοχάρης Λαμπρινός σαν αξιωματικός συνέχισε. Το καΐκι το είχαν κάποιοι σκυριανοί και θα πήγαινε κατευθείαν για Σκύρο. Ξεκινήσαμε και το βράδυ μείναμε στις Φώκιες. Το πρωί όταν σηκώσαμε την άγκυρα ο Θοδωρής Καπτανής και ο Σκιάς παραμέρισαν τον καπετάνιο και έβαλαν πλώρη για Βατερά. Παρά τη μεγάλη φουρτούνα το απόγευμα φτάσαμε και αποβιβαστήκαμε στο Χουχλατσάρ(ι),  στα Καμίνια.

                Πήραμε το δρόμο για το χωριό απ’ τα Λαγκάδια. Η πείνα μας ήταν ανυπόφορη καθώς είχε κουνήσει τα σωθικά μας  η φουρτούνα. Από μακριά γυάλιζαν τα απίδια στο χωράφι του Δημητρού Κώσση. Πέσαμε επάνω τους σαν τις ακρίδες. Όταν γέμισε το άντερό μας συνεχίσαμε το δρόμο. Μόλις ανεβήκαμε την ανηφόρα και φτάσαμε στη Χούλιαρη, να ο πατέρας μου, που κουβαλούσε δεμάτια με τα ζα για το αλώνι. «Βρε καλώς  τα παλληκάρια! Γρήγορα νικήσατε και γυρίσατε κιόλας;»

                Ούτε εμείς πολεμήσαμε ούτε ο Γιώργος πήγε στην Αμερική στον μπάρμπα του! Μείναμε στον τόπο μας. Χαρήκαμε τη λευτεριά της πατρίδας μας. Δουλέψαμε, κάναμε οικογένειες, χαρήκαμε παιδιά και εγγόνια. Και η τρέλα της νιότης μας, μας συντρόφευε στον αγώνα της βιοπάλης. Μέση Ανατολή για μας έγιναν τα λιοκτήματα. Όπλα οι τέμπλες. Αντί για αίμα ποτίσαμε τη γη με τον ιδρώτα μας. Και αυτή μας αντάμειψε. Κι ας ήταν χρονιά παρά χρονιά. Τούτο τον πόλεμο της ειρήνης δίνω την ευχή να γνωρίζει μονάχα ο τόπος μας.”

Τις δυο αυτές άσχετες μεταξύ τους ψηφίδες μας τις συνένωσε ο Γιώργος Λαμπρινίδης που τον είδαμε παραπάνω να συμμετέχει στην ομάδα. Και να πως:

“Τους δυναμίτες απ’ τα μεταλλεία των Βασιλικών είχε κλέψει ένας πρώην αστυνομικός ο οποίος για να αποπροσανατολίσει τις ανακρίσεις  κατηγόρησε δυο αδέλφια απ’ τα Βασιλικά (Καλαγάνηδες) ότι τάχατες διέπραξαν την κλοπή. Η αστυνομία τους ανέκρινε “βίαια” και δεν τους άφηνε σε χλωρό κλαδί. Για να γλιτώσουν τα αδέλφια αποφάσισαν να φύγουν για τη Μέση Ανατολή και μπήκαν στην ίδια βάρκα με τους χωριανούς μας στην οποία επίσης είχαν επιβιβαστεί και μερικοί νεοζηλανδοί στρατιώτες.

Οι χωριανοί μας γύρισαν πίσω και μαζί μ’ αυτούς και οι Καλαγάνηδες οι οποίοι κατά την αποβίβαση είδαν στη βάρκα των Πλωμαριτών τους δυναμίτες τους οποίους γνώρισαν αφού δούλευαν πριν το πόλεμο στα μεταλλεία. Επιστρέφοντας στα Βασιλικά και για να γλιτώσουν ενημέρωσαν την αστυνομία που ήταν οι δυναμίτες και έτσι ξεκίνησε το απόσπασμα με τον ενωματάρχη Τασόπουλο και τους χωροφύλακες για τον άγιο Φωκά όπως περιγράφεται στην πρώτη “ψηφίδα” “

Facebooktwitterredditpinterestlinkedinmail
Δημοσιεύθηκε στην Ειδήσεις. Αποθηκεύστε τον μόνιμο σύνδεσμο.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.